Η εκκλησία, όπου πραγματοποιήθηκε η “Ημέρα του Οικουμενισμού» στο Trier της Γερμανίας, χτίστηκε από τον Άγιο Κωνσταντίνο τον Μέγα (306-337 μ.Χ.) στην αρχή του 4ου αιώνα. Τώρα χρησιμοποιείται από τους προτεστάντες.
Έγινε αναφορά από διάφορες πηγές ότι ο “Ορθόδοξος” Μητροπολίτης Αυγουστίνος της Γερμανίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου παραβίασε τους Ιερούς Κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας με το να δεχθεί “αγιασμό” από έναν Ρωμαιοκαθολικό Επίσκοπο όπως και του ότι έλαβε μέρος σε μη Ορθόδοξες λειτουργίες στο διάστημα που ελάμβανε χώρα μια Οικουμενιστική εκδήλωση στις 5 Μαΐου στο Trier της Γερμανίας.
Στην εκδήλωση παρευρέθησαν “Ορθόδοξες” Εκκλησίες, των Μονοφυσιτών, των Ρωμαιοκαθολικών, των Αγγλικανικών και διαφόρων άλλων Προτεσταντικών δογμάτων. Η παρουσία γυναικών “Ιερειών” ήταν επίσης ιδιαίτερα εμφανής.
Η Ημέρα του Οικουμενισμού (5 Μαϊού) ιδρύθηκε στην Γερμανία το 2003 με σκοπό να φέρει σε επαφή τους διαιρεμένους Γερμανούς Χριστιανούς διαφόρων δογμάτων και εκκλησιών που πιστεύουν στην Αγία Τριάδα για να γιορτάσουν συμβολικά την αμοιβαία συνεργασία τους. Φέτος χιλιάδες προσκυνητές συγκεντρώθηκαν στο Τρίερ για να προσκυνήσουν έναν χιτώνα που υποστηρίζεται ότι ανήκει στον Χριστό. Όταν οι διάφοροι Χριστιανοί εκπρόσωποι συγκεντρώθηκαν στην Βασιλική του Κωνσταντίνου βύθισαν το χέρι τους στο νερό και συμβολικά βάπτισαν ο ένας τον άλλο στο μέτωπο με ανοιχτό χέρι, λέγοντας: “Βαπτίστηκες στο όνομα του Τριαδικού Θεού”!
-Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για να τις μεγεθύνετε.-
-Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για να τις μεγεθύνετε.-
Τη Δευτέρα 6/19 Μαρτίου, 2012 ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλος απένειμε σε γυναίκα λουθηρανή «επίσκοπο» την Helga Haugland Byfugien, από τη Νορβηγία έναν Σταυρό για ιερείς κατασκευασμένο στη Βηθλεέμ.
Μια από τις βασικές θεολογικές και κανονικές προκλήσεις, τις οποίες αντιμετωπίζει η σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι εκείνη του Παπισμού της Ανατολής.
Αυτός είναι ο πειρασμός της εξουσίας, που πριν από μια χιλιετία στάθηκε ήδη αφορμή του μεγάλου σχίσματος, αποτελεί μια σοβαρή αλλοίωση της Ορθόδοξης εκκλησιολογίας και των κανονικών θεμελίων της υπάρξεως της Εκκλησίας, πράγμα το οποίο σήμερα παρουσιάζει πραγματικό κίνδυνο για την πανορθόδοξη ενότητα.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί εκείνο το γεγονός ότι οι υπέρμαχοι του προτύπου της διάρθρωσης της Εκκλησίας σύμφωνα με το οποίο το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι λίγο πολύ ένα ακριβές ανάλογο του Πάπα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, όλο και περισσότερο μετατοπίζουν την έμφαση στη διδασκαλία τους από τον τομέα του κανονικού δικαίου στον τομέα της δογματικής θεολογίας.
Αυτή η σαφή τάση αποτυπώθηκε στην πλέον έντονη μορφή της στο δημοσίευμα της 16ης Οκτωβρίου 2011 μιας στενώς συνδεδεμένης με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ιστοσελίδας εκκλησιαστικού περιεχομένου στο πολεμικού χαρακτήρα άρθρο του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Τσέτση με τίτλο «Ορθόδοξος «Εκκλησία» ή «Συνομοσπονδία» Τοπικών Εκκλησιών;».(1)
Με έντονα συναισθηματικό τρόπο ο συντάκτης του άρθρου ασκεί κριτική σε μια θεμελιώδη αλήθεια της Ορθόδοξης εκκλησιολογίας, δηλαδή την ισοτιμία και την ανεξαρτησία των κατά τόπους Εκκλησιών, την έλλειψη από την Οικουμενική Ορθοδοξία ενός ενιαίου κέντρου διοίκησης, μιας επίγειας κεφαλής.
«Ένα μείζον Εκκλησιολογικό πρόβλημα εγείρεται» εκ της απόψεως του ισχυρού Πρωτοπρεσβυτέρου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως με τις θέσεις ότι «δεν υπάρχουν, ούτε μπορεί να υπάρχουν, πρωτεύουσες ή προϊστάμενες Εκκλησίες, (…), ούτε Εκκλησίες α΄ή β΄ κατηγορίας, και (ότι) καμία Εκκλησία δε μπορεί να υπαγορεύει τίποτε σε μιαν άλλη», ότι η Οικουμενική Εκκλησία έχει δομή «μιας συνομοσπονδίας, όταν κάθε αυτοκέφαλος Εκκλησία είναι μεν διοικητικώς ανεξάρτητη από την άλλη, αλλά ευρίσκεται σε προσευχητική και κανονική ενότητα με τις υπόλοιπες Εκκλησίες», ότι «η Ορθόδοξη Εκκλησία διαφέρει από την Καθολική με το ότι δεν έχουμε Πάπα, δεν έχουμε πρώτο Επίσκοπο, ο οποίος δύναται να αποφασίζει εκ μέρους των όλων».
Το πρόβλημα αποκτά ιδιαίτερη οξύτητα για τον πατέρα Γεώργιο υπό το φως της προετοιμαζόμενης Αγάις και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. «Οι Οικουμενικές Σύνοδοι δεν ήταν «Συνελεύσεις» αυτόνομων τοπικών Εκκλησιαστικών σχημάτων.
Ήταν Σύνοδοι της Μιάς Αδιαιρέτου Εκκλησίας», ισχυρίζεται ο αρθρογράφος.
Σε τί όμως διαβλέπει αυτή την ενότητα, στην οποία είναι τόσο αντίθετη δήθεν η αυτονομία των εκκλησιαστικών σχημάτων;
Στην αρχή του δημοσιεύματος αναρωτιέται ρητορικά ο Πρωτοπρεσβύτερος Γ. Τσέτσης «Τι είναι επιτέλους το Σώμα στο οποίο ανήκουμε ως «μέλη εκ μέρους» (Α΄Κορ. 12, 27) και ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως; Η «Μία» και Αδιαίρετος Ορθόδοξος Ἐκκλησία;
Ή μήπως μια εθνοφυλετικής υφής Συνομοσπονδία ανεξάρτητων απ’αλλήλων τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών;»
Κλείνοντας το ίδιο άρθρο ο ίδιος δίνει εξαντλητική απάντηση:
«Η ανά την οικουμένην «Μία» και Αδιαίρετος Ορθόδοξος Εκκλησία δεν είναι σώμα ακέφαλο. Ούτε όμως και κάποιο είδος πολυκέφαλης Λερναίας Ύδρας.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν είναι απλώς ψιλώ τω τίτλω «πρώτος μεταξύ ίσων», καθώς επαναλαμβάνεται ευκαίρως-ακαίρως, σε μια προσπάθεια υποβάθμισης του ρόλου του στο σώμα της Ορθοδοξίας…
Όπως, όμως, οι Προκαθήμενοι μιας επί μέρους Εκκλησίας, λ.χ. της Αλεξανδρείας, Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας, Κύπρου ή Πολωνίας, δεν είναι απλώς «πρώτοι» μεταξύ της πλειάδος «ίσων» Επισκόπων που τους περιστοιχίζουν, αλλά και το ορατό σημείο της ενότητος της Εκκλησίας της οποίας προΐστανται καί εγγυηταί της εύρυθμης λειτουργίας της, κατ΄αυτόν ακριβώς τον τρόπο και ο Κωνσταντινουπόλεως είναι, αρέσει ή όχι, ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας, το ορατό σημείο της Ενότητός της και ο εγγυητής της εύρυθμης λειτουργίας του θεσμού τον οποίο αποκαλούμε «Ορθόδοξος Εκκλησία».
Εν εναντία περιπτώσει, το Σώμα στο οποίο ανήκουμε, παύει να είναι «Η» Εκκλησία και μεταβάλλεται, όντως, σε Συνομοσπονδία τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών».
Εδώ διαπιστώνουμε κάτι καινοφανές. Στο βαθμό που γνωρίζω τη νεώτερη ελληνόφωνη θεολογική γραμματεία δεν έκαναν παλαιότερα οι οπαδοί του Παπισμού της Ανατολής τη χρήση της αναφερόμενης από τον Πρωτοπρεσβύτερο Γ. Τσέτση αγιογραφικής παραπομπής στα πλαίσια του προβλήματος του πρωτείου του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
Αξιοσημείωτη είναι η προκλητική σε τόλμη της μεταχείριση από τον αρθρογράφο του λόγου του Θεού: ο Απόστολος Παύλος μιλάει για το Σώμα, του οποίου ξεχωριστά όλοι εμείς είμαστε μέλη. Αλλά το Σώμα έχει μια κεφαλή, δεν είναι «ακέφαλο», ούτε και «μια πολυκέφαλης Ύδρα». Ποιά είναι αυτή η «κεφαλή»;
Είναι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας», «το ορατό σημείο της ενότητας της Εκκλησίας» και «ο εγγυητής» της εύρυθμης λειτουργίας αυτής, σε σύγκριση με τον οποίο όλοι οι υπόλοιπο Πατριάρχες είναι «ισότιμοι» μόνο εντός εισαγωγικών και του οποίου η εξουσία μοιάζει με την εξουσία του Πατριάρχη μέσα σε μια επί μέρος Εκκλησία.
Για έναν απολογητή του νέου Παπισμού αυτό το πρωτείο αρχής του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως αποτελεί από την ίδια τη φύση του ένα αναπόσπαστο και ουσιώδες στοιχείο του Σώματος του Χριστού, αρρήκτως συνδεδεμένο με την ομολογία πίστεως στην Εκκλησία, όπως αυτή εκτίθεται στο Σύμβολο της πίστεως, και χωρίς του πρωτείου αυτού η Εκκλησία παύει πλέον να είναι Εκκλησία.
Σε τι αντιβαίνει αυτή η λογική στην Ορθόδοξη Παράδοση;
Ανοίγοντας την Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου να διαβάσουμε ολόκληρο το απόσπασμα στο οποίο παραπέμπει ο Πρωτοπρεσβύτερος Γ. Τσέτσης (12. 27): «Υμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους». Λοιπόν, είμαστε Σώμα Χριστού.
Είναι ενδεικτικό πως το πλέον σπουδαιότερο στοιχείο της αποστολικής θεολογίας «ξαφνικά» εξαφανίζεται στη σχετική παραπομπή του π. Γεωργίου.
Και δεν είναι τυχαία. Άλλωστε εάν το Σώμα είναι του Χριστού, η Κεφαλή του μπορεί να είναι μόνο ο Θεάνθρωπος, ο Σωτήρας Χριστός, πράγμα, στο οποίο επανηλειμμένως αναφέρεται πάλι ο Απόστολος Παύλος: «ὁ Θεὸς τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ…αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ» (Εφ. 1. 17, 22-23), «ὁ Χριστὸς κεφαλὴ τῆς ἐκκλησίας, καὶ αὐτός ἐστι σωτὴρ τοῦ σώματος» (Εφ. 5. 23). Ο Χριστός «ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος» (Κολ. 1. 18).
Όμως δεν αρκούνται σε αυτή την Κεφαλή οι ζηλωτές της αναβάθμισης του ηγετικού ρόλου του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, όπως και ορισμένοι στο παρελθόν.
Τους λείπει μια ενιαία επίγεια κεφαλή της Εκκλησίας, στην αποδοχή της ανώτατης εξουσίας της οποίας βλέπουν την εκ των ων ουκ άνευ της ενότητας του Σώματος της Εκκλησίας. Αυτός είναι ο λόγος της αντικατάστασης Εκείνης της Κεφαλής, για την οποία λέγει ο άγιος Απόστολος Παύλος με τη δική τους κεφαλή από το Ίστανμπουλ .
Αλλά μήπως εμείς είμαστε που ερμηνεύουμε κάπως λανθασμένα τα του Αποστόλου, τα οποία έχουν κάποιο κρυφό νόημα ή είναι αλληγορικά;
Λοιπόν, ας καταφύγουμε στον πλεον έγκριτο ερμηνευτή των Επιστολών του Αγίου Αποστόλου Παύλου τον Ιερό Χρυσόστομο, εν τω μεταξύ Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως.
Να ληφθεί υπόψη ότι ο 27ος στίχος εδώ δεν είναι μια αυτοτελής φράση, αλλά αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου συλλογισμού για το Σώμα Χριστού, ο οποίος υπάρχει στο 12ο κεφάλαιο της Α΄ προς Κορινθίους Επιστολής. Ερμηνεύοντας το 12ο στίχο του ίδιου κεφαλαίου ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυστόστομος επισημαίνει:
Στην ερμηνεία του 27ου στίχου ο Ιερός Χρυσόστομος εξηγεί το πως εξασφαλίζεται η ενότητα των κατά τόπους Εκκλησιών σε μια Οικουμενική Εκκλησία υπό τη μια Κεφαλή Χριστό.
Προς μεγάλη στενοχώρια των σύγχρονων παπιστών ως γνώρισμα αυτής της ενότητας ο αρχαίος Προκαθήμενος της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως και Πατήρ της Ορθοδοξίας δεν αναφέρει την ύπαρξη κάποιου επίγειου κέντρου διοίκησης, αλλά την ειρήνη, δηλαδή την αγάπη και αδελφική επικοινωνία μεταξύ των κατά τόπους Εκκλησιών: «Ἐπειδὴ γὰρ εἶπε, Σῶμα, τὸ δὲ πᾶν σῶμα ἦν, οὐχὶ ἡ παρὰ Κορινθίοις Ἐκκλησία, ἀλλ’ ἡ πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης, διὰ τοῦτο ἔφησεν, Ἐκ μέρους· τουτέστιν, ὅτι Ἡ Ἐκκλησία ἡ παρ’ ὑμῖν μέρος ἐστὶ τῆς πανταχοῦ κειμένης Ἐκκλησίας, καὶ τοῦ σώματος τοῦ διὰ πασῶν συνισταμένου τῶν Ἐκκλησιῶν· ὥστε οὐχὶ πρὸς ἀλλήλους μόνον, ἀλλὰ καὶ πρὸς πᾶσαν τὴν κατὰ τὴν οἰκουμένην Εκκλησίαν εἰρηνεύειν ἂν εἴητε δίκαιοι, εἴ γε παντός ἐστε μέλη τοῦ σώματος».(3)
Οι Άγιοι πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας θεωρούσαν αίρεση την ιδέα να έχει η Εκκλησία μια επίγεια κεφαλή και ένα κέντρο διοίκησης.
Επανειλημμένως έλεγχαν τους δυτικούς παπιστές για την αίρεση αυτή, την οποία επαναλαμβάνουν σήμερα οι ομόφρονές τους απο την Ανατολή. Την ενότητα οι πατέρες της Εκκλησίας δεν την εκλάμβαναν ως ενότητα διαχειριζόμενη από ένα κέντρο διοίκησης, αλλά ως την ενότητα της Ευχαριστιακής κοινωνίας και Ορθοδόξου πίστεως.
Αυτή η αντίληψη της ενότητας δεν αποτελεί καμία «καινοτομία», την οποία εισάγει τώρα το Πατριαρχείο Μόσχας, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι.
Έτσι σχετικά πρόσφατα ένας Σέρβος Άγιος και μεγάλος θεολόγος του 20ου αιώνα Όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς ως εξής εξήγησε την ενότητα της Οικουμενικής Εκκλησίας:
«Όλοι εμείς από κοινού αυξάνουμε «εἰς ναὸν ἅγιον ἐν Κυρίῳ·» (Εφ. 2, 21), οργανικά και ευλογημένα συνδεδεμένοι μεταξύ μας με μια πίστη, με τα ίδια Άγια Μυστήρια και άγιες αρετές, με ένα Κύριο, με μια Αλήθεια και με ένα Ευαγγέλιο. Όλοι εμείς μετέχουμε της μίας Θεανθρώπινης ζωής της Εκκλησίας, ο καθένας από τη θέση του σε αυτό το Σώμα, στην οποία τον προόρισε η Κεφαλή της Εκκλησίας Θεός».(4)
Η κοινωνία στην πίστη, στα μυστήρια και στο σύστημα των ηθικών αξιών (το τελευταίο αποκτά σήμερα την ιδιαίτερη βαρύτητα για την κοινή Ορθόδοξη μαρτυρία) υπό τη μια Κεφαλή Θεάνθρωπο σε ένα Σώμα Του, αυτό είναι η πραγματική βάση για την ενότητα της Εκκλησίας, για την ενότητα της κάθε συνισταμένης της με όλο το πλήρωμα. Σε όσους δε θέλουν οπωσδήποτε ένα «ορατό σημείο ενότητας» υπό τη μορφή της επίγειας κεφαλής της Εκκλησίας ο Όσιος Ιουστίνος απευθύνεται ως εξής:
«Τόσο ως οργανισμός, όσο και ως οργάνωση η Εκκλησία είναι ένα μοναδικό φαινόμενο στον επίγειο μας κόσμο. Ως οργανισμός είναι Θεανθρώπινος οργανισμός, ο Ίδιος Ιησούς Χριστός στο διανεκές. Και ως οργάνωση είναι πάλι θεανθρώπινη οργάνωση του ιερού κλήρου και λαού, καθώς και των υφισταμένων περί αυτούς επίγειων ιδρυμάτων.
Ταυτόχρονα ο Θεάνθρωπος είναι πάντα η έσχατη αξία και μέτρο, είναι η Κεφαλή της οργάνωσης της Εκκλησίας. Και εκεί όπου Αυτός αντικαθίσταται από ένα άνθρωπο, έστω και «αλάθητο» (π.χ. στο Καθολικισμό) εκεί αποκόπτεται η Κεφαλή του Θεανθρώου και εξαφανίζεται η Εκκλησία. Εξαφανίζεται και η θεανθρώπινη αποστολική ιεραρχία και συνεπώς η αποστολική διαδοχή και κληρονομία».(5)
Πρόκειται για λόγια ισχυρά. Ο Όσιος Ιουστίνος, όπως είδαμε, επίτηδες λέει έτσι ώστε να μην υπάρχουν αμφιβολίες. Ο Ιησούς Χριστός δεν είναι μόνο η Κεφαλή του μυστικού βίου της Εκκλησίας, αλλά και η άμεση Κεφαλή της επίγειας της οργάνωσης, η οποία με την επίγεια κεφαλή μεταβάλλεται σε κάτι, που υπάρχει μόνο του χωρίς να έχει καμία σχέση με την Ευχαριστία.
Εξίσου σαφής επί του θέματος και ο Τσέχος άγιος ιερομάρτυς Επίσκοπος Γκοράζντ (+1942):
«Η Ανατολική Εκκλησία μόνο τον Ιησού Χριστό δεχόταν ως Κεφαλή ενώ αρνείτο την ίδια την ιδέα να αναγνωρίσει ως Κεφαλή έναν [απλό] άνθρωπο…διότι εκλάμβανε αυτή την ιδέα ως αποτέλεσμα ελλιπούς πίστεως στην αόρατη Κεφαλή Ιησού Χριστό και την ζωντανή του διοίκηση του σώματος της Οικουμενικής Εκκλησίας…καθώς και ως ασυμβίβαστη προς την αποστολική αρχή της συνοδικης αντιμετώπισης των ζητημάτων της Εκκλησίας, πράγμα το οποίο εκφράσθηκε στην τελειότερη του μορφή στις Οικουμενικές Συνόδους».(6)
Ενδεικτικό είναι το πόσο αντίθετη είναι η λογική του ιερομάρτυρος Γκοράζντ από εκείνη του Πρωτοπρεσβυτέρου Γ. Τσέτση.
Ο τελευταίος ως σπουδαιότερο κριτήριο της αυθεντικής οικομενικότητας μιας Πανορθοδόξου Συνόδου έχει τη συσπείρωση των εκπροσώπων των κατά τόπους Εκκλησιών γύρω από ένα συνοδικό κέντρο διοίκησης, τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ενώ ο ιερομάρτυς Γκοράζντ πιστεύει ότι αυτή καθ΄εαυτή η ιδέα της υπάρξεως στην Οικουμενική Εκκλησία ενός τέτοιου κέντρου ως απότελεσμα λίγο έως πολύ της έλλειψης πίστεως, δε συμμορφώνεται πλήρως με την ίδια την αρχή της συνοδικότητας της Εκκλησίας.
Η απόρριψη κάθε παπιστικής αξίωσης και κάθε αντίληψης της κυριαρχίας επί της Εκκλησίας του Χριστού ήταν κοινό χαρακτηριστικό όλης της Ορθόδοξης θεολογίας ακόμα από την εποχή του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως και δεν αποτελεί κάποιο γνώρισμα του 20 αιώνα.
Π.χ. ο Άγιος Ιερώνυμος αρνείτο σαφέστατα το δικαίωμα ειδικής εξουσίας η τιμής σε οποιαδήποτε καθέδρα, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης που είχε πρωτείο τιμής:
«Με ρωτάς για την εξουσία, ο κόσμος είναι μεγαλύτερος από την Πόλη (Ρώμη –Α.Ν.). Όπου και να υπάρχει Επίσκοπος, είτε στη Ρώμη…είτε στην Κωνσταντινούπολη, είτε στο Ρήγιο, είτε στην Αλεξάνδρεια…έχει την ίδια τιμή και ίδια ιερωσύνη».(7)
Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός Β΄ (+1240) ελεγχόμενος τον Παπισμό, έλεγε ότι υπάρχουν πέντε Πατριαρχεία με συγκεκριμένα όρια για καθένα, ενώ τα τελευταία μεταξύ τους έχει δημιουργηθεί σχίσμα, το οποίο οφείλεται σε ένα θρασύ χέρι, που ζητάει υπεροχή και κυριαρχία στην Εκκλησία.
Η Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός, ενώ κάθε αξίωση της κυριαρχίας εναντιώνεται στη διδασκαλία του.
Ο Άγιος Μάρκος Ευγενικός υπέρμαχος της Αγίας Ορθοδοξίας δεχόμενος εξουσία και αξίωμα όλων των πατριαρχικών καθέδρων ως εντελώς ισότιμες, απέρριπτε κατηγορηματικά τις παπικές αξιώσεις για το ανώτατο αξίωμα στην Εκκλησία.
Ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο οποίος ακσήτευσε στο μεταίχμιο του 18ου και 19ου αιώνα είπε εκείνο, το οποίο πρέπει να προσέξουν ιδιαίτερα οι σύγχρονοι απολογητές του Παπισμού της Ανατολής:
«Όθεν ψεύδονται προφανώς οι παπολάτραι, λέγοντες• ότι τα πρωτεία του Ρώμης και πρεσβεία…προσμαρτυρούσιν εις αυτόν ιδικόν προνόμιον εξουσίας εν τη καθόλου Εκκλησία… Ει γαρ τοιούτο τι ταύτα εφανέροναν, έπρεπε να έχη τούτο και ο Κωνσταντινουπόλεως, επειδή ο Κωνσταντινουπόλεως, κατά τους Κανόνας, είναι μέτρον ίσον και απαράλλακτον της τιμής της εξουσίας, και του μεγαλείου της Ρώμης.
Αλλά μην τούτο ο Κωνσταντινουπόλεως ουκ έλαβεν από τους Κανόνας ουδέποτε, άρα ουδέ ο Ρώμης…Είναι λοιπόν, ως είπομεν, πρεσβεία και πρωτεία του Ρώμης, το να έχη την εξουσίαν πάντων των εν τη Διοικήσει της Ρώμης Επισκόπων και Μητροπολιτών, ώστε αυτόν χειροτονείν αυτούς μετά των της Διοικήσεως Επισκόπων και το να είναι πρώτος τη τάξει των λοιπών Πατριαρχών». (8)
Και πάλι ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις αντίθετες αυτή τη φορά με εκείνες του Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου απόψεις ενός σύγχρονου κληρικού του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως όπως είναι ο Πρωτοπρεσβύτερος Γ. Τσέτσης.
Για τον π. Γεώργιο η θέση του «πρώτου μεταξύ ίσων» αποτελεί υποτίμηση της πραγματικής θέσεως της πρώτης καθέδρας της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία απολαμβάνει δήθεν ειδικά πατριαρχικά προνόμοια στην Οικουμενική Ορθοδοξία, ενώ για τον Όσιο Νικόδημο η εξουσία της πρώτης καθέδρας επεκτείνεται αποκλειστικά στα όρια της τοπικής του Εκκλησίας και εκείνα τα πρεσβεία που απολαμβάνει ο Προκαθήμενός της είναι ο «πρώτος τη τάξει των λοιπών Πατριαρχών».
Εδώ δε μπορούμε παρά να αναφερθούμε σε μια σύντομη, αλλά περιεκτική διατύπωση του όντως οικουμενικού και όχι μόνο της Ρωσικής Εκκλησίας Αγίου π. Ιωάννη Κρονστάνδης:
«Δεχόμενοι τον Πάπα ως κεφαλή τους, αυτοί (Ρωμαιοκαθολικοί) απώλεσαν την όντως Κεφαλή της Εκκλησίας Χριστό και έμειναν ακέφαλοι…».(9)
Μήπως οι Φαναριώτες θεολόγοι θέλουν την Ορθόδοξη Εκκλησία να ακολουθήσει την ίδια πορεία;
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι περισσότερες προαναφερόμενες παραπομπές αφορούν στην τομέα της αντιλατινικής πολεμικής, που επί αιώνες ασκούσαν οι πατέρες της Εκκλησίας και οι σπουδαίοι Ορθόδοξοι Ιεράρχες και θεολόγοι.
Κρίμα είναι που σήμερα τους επικαλούμαστε στα πλαίσια της συζητήσεως με τη θέση της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως.
Αυτή η συζήτηση δεν επιβάλλεται στη Ρωσική Ορθοδοξη Εκκλησία μόνο από τον Τύπο.
Μετά λύπης διαπιστώνομε τη μεταφορά του εν λόγω θέματος στο χώρο του διαχριστιανικού διαλόγου και ειδικότερα μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών.
Κατά τις εργασίες της Μικτής Επιτροπής επί του θεολογικού διαλόγου μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας δημιουργήθηκε μια παράξενη κατάσταση.
Μόνο η αντιπροσωπεία του Πατριαρχείου Μόσχας με συνέπεια υποστηρίζει την παραδοσιακή Ορθόδοξη εκκλησιολογία ενώ η αντιπροσωπεία της Κωνσταντινουπόλεως με παράξενη σιωπή μερικών άλλων Ορθοδόξων αντιπροσώπων μαζί με τη Ρωμαιοκαθολική πλευρά επιχειρεί να επιβάλλει ως δήθεν παραδοσιακό και χαρακτηριστικό της Ορθοδοξίας ενά παπικού τύπου πρότυπο διάρθρωσης της Οικουμενικής Εκκλησίας.
Αυτή η τάση εκδηλώθηκε έντονα ακόμα το 2007 κατά τις σκανδαλωδώς γνωστές συνομιλίες Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών στη Ραβέννα.
Το απόγειο δε της παπικής εκκλησιολογίας ήταν το ούτως λεγόμενο «κείμενο της Κρήτης», το οποίο καταρτίσθηκε άνευ συμμετοχής των εκπροσώπων της μεγαλύτερης στην Ορθοδοξία Ρωσικής Εκκλησίας, και το οποίο είναι σχέδιο του κοινού κειμένου της Μικτής Επιτροπής επί του θεολογικού διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών σχετικά με το πρωτείο στην Οικουμενική Εκκλησία της πρώτης χιλιετίας.
Το κείμενο βασίστηκε σε μια σειρά αλλοιώσεων των ιστορικών γεγονότων, αποσιωπήσεων, χρήσεων παραπομπών εκτός ιστορικής συνάφειας κλπ.
Με βάση αυτό διεξάγεται και το σχετικό συμπέρασμα που ακολουθεί το πνεύμα του συνεπούς παπισμού. Και πάλι εν πολλοίς χάρη στη θέση αρχής της αντιπροσωπείας του Πατριαρχείου Μόσχας με επικεφαλής του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Βολοκολάμωκ Ιλαρίωνα το 2011 η Ορθόδοξη πλευρά του διαλόγου απέρριψε το «κείμενο της Κρήτης» και δεν το υιοθέτησε ως πλέον επίσημο.
Και κάτι άλλο πολύ σημαντικό. Στην αρχή της μελέτης μας επιστήσαμε την προσοχή στην προφανή σύνδεση του «πρωτείου» της Κωνσταντινουπόλεως από τον Πρωτοπρεσβύτερο Γεώργιο Τσέτση με το πρόβλημα της προετοιμασίας και της ίδιας της διαδικασίας της συγκληθησομένης Πανορθοδόξου Συνόδου.
Τελευταία στο διορθόδοξο διάλογο επί του θέματος ακούγονται φωνές που ζητούν την απομάκρυνση από τη λήψη υπόψη των θέσεων της εκάστοτε Ορθόδοξης Εκκλησίας και από τον δι΄ομοφωνίας τρόπο στη λήψη των αποφάσεων στο Πανορθόδοξο επίπεδο.
Ο Πρωτοπρεσβύτερος Γ. Τσέτσης είναι αρκετά ειλικρινής όταν εξηγεί τι πάει να πει όλα αυτά: οι θέσεις των κατά τόπους Εκκλησιών να μη λαμβάνονται υπόψη καθόλου, οι Επίσκοποι να μην εκπροσωπούν τις Εκκλησίες τους και τις απόψεις τους, αλλά ανεξαρτήτως της κανονικής δικαιοδοσίας στην οποία ανήκει ο καθένας να απαρτίζουν μια ενιαία συνέλευση, που ανάμεσα στα άλλα πρέπει «να εγγυάται την ενότητα του συνόλου της Ορθοδοξίας και την εύρυθμη λειτουργία αυτής».
Αυτή δήθεν ήταν η αρχή της διεξαγωγής όλων των Οικουμενικών Συνόδων.
Όλες οι κατασκευές του π. Γεωργίου, που τις χαρακτηρίζει πολύ έντονο παθός, αποδεικνύουν σαφέστατα σε τι είδους «ενότητας» μας καλεί αυτός: μιλάει για την «εγγύηση της ενότητας» χωρίς τη λήψη υπόψη των θέσεων των επροσωπούμενων από τους Επισκόπους Εκκλησιών, ενώ πιο κάτω χαρακτηρίζει τον Προκαθήμενο μιας από αυτές, δηλαδή της Κωνσταντινουπόλεως, «ορατό σημείο» αυτής της ενότητας.
Ανάμεσα στους βασικούς στόχους της Συνόδου αναφέρει την «εύρυθμη λειτουργία του θεσμού τον οποίο αποκαλούμε «Ορθόδοξος Εκκλησία» και στη συνέχεια διευκρινίζει για όσους που ίσως δεν έχουν κάταλάβει ότι ο «εγγυητής της εύρυθμης λειτουργίας της Οικουμενικής Ορθοδοξίας» και πάλι είναι ο Προκαθήμενος μιας επί μέρους Εκκλησίας, και φυσικά της Κωνσταντινουπόλεως.
Θα μπορούσαμε βέβαια να μακρύνουμε το λόγο μας καταθέτοντας αρκετές μαρτυρίες για το πως λαμβανόταν υπόψη η θέση των κατά τόπους Εκκλησιών στις Οικουμενικές Συνόδους, όμως να επικαλεστούμε ένα μόνο αλλά ευρέως γνωστό παράδειγμα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία απάλλαξε όλους τους Επισκόπους της Εκκλησίας Αλεξανδρείας από την υποχρέωση να υπογράψουν ορισμένες συνοδικές πράξεις (!) με τη δικαιολογία ότι εκείνη τη στιγμή για γνωστούς λόγους δεν είχαν Πατριάρχη, διότι χωρίς αυτόν, σύμφωνα με το έθος, ήταν αδύνατο να ενεργήσουν εκ μέρους της τοπικής τους Εκκλησίας των Αλεξανδρέων.
Αυτό το περιστατικό αποτυπώνεται στον 30ο κανόνα της Δ΄Οικουμενικής. (10).
Είναι προφανές ότι οι Επίσκοποι δεν έχουν διακαίωμα του ενεργείν στις Οικουμενικές Συνόδους κατά τη βούλησή τους, αλλά πρέπει να εκφράζουν τη θέση της εκπροσωπούμενης από αυτούς Εκκλησίας με την Παράδοση, τον ιερό κλήρο και το λαό τους.
Όμως δε ζητάει ο Πρωτοπρεσβύτερος Γ. Τσέτσης από τους Επισκόπους μετόχους της συγκληθησομένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου να στηρίζουν την άποψή τους.
Τους έχουν ήδη υποδείξει το «ορατό σημείο της ενότητας» και τον «εγγυητή της εύρυθμης λειτουργίας» της Εκκλησίας του Χριστού τον Οικουμενικό Πατριάρχη με την καθέδρα του στο Ίστανμπουλ.
Δεν πειράζει που αυτή η ενότητα γύρω από ένα εγγυητή δε θα μοιάζει ούτε με τη Νίκαια, ούτε με τη Χαλκιδόνα, αλλά με άλλες στο Τριδέντο και το Α΄ στο Βατικανό Συνόδους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας προεδρεύοντος ενός άλλου «της Οικουμένης αρχιερέως».
Σε αυτό το σημείο επανερχόμαστε στην αρχή της μελέτης μας: οι διαφωνίες της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας με τη φαναριώτικη εκκλησιολογία σταδιακά μεταβαίνουν από το χώρο του κανονικού δικαίου στο χώρο της δογματικής.
Σημειώσεις
* Ο Πρωθιερέας Ανδρέας Νοβικώφ, είναι μέλος της Συνοδικής Βιβλικής Θεολογικής Επιτροπής της Διασυνοδικής Επιτροπής της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας και της ομάδας εργασίας για την επεξεργασία θέσεως του Πατριαρχείου Μόσχας για το πρωτείο στην Οικουμενική Εκκλησία
Από το περιοδικό ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ μηνός Ιουνίου 2008, ευχαριστούμε τονκ. Πολίτη Χρήστο για το κόπο που κατέβαλλε για να το λάβουμε στην ιστοσελίδα μας.
” Η συμπεριφορά του πατριάρχου Βαρθολομαίου γενικά είναι το επιεικέστερο απαράδεκτη. Εκμεταλλευόμενος το ψιλό και χωρίς αντίκρυσμα αξίωμά του ως πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, υπο τις σημερινές συνθήκες, αναμιγνύεται σε όλα και αυθαιρετεί, λές και η Εκκλησία είναι ιδιοκτησία του.
Αναμιγνύεται και αυθαιρετεί στα δόγματα της πίστεως, στις σχέσεις του με τον αντίχριστο, κατά τους αγίους μας, πάπα και τους αρχηγούς των θρησκειών του ψεύδους και της πλάνης, στο χώρο της Εκκλησίας της Ελλάδος και άλλων ορθοδόξων Εκκλησιών, στις εκλογές μητροπολιτών, στην εκδίκαση εκκλησιαστικών υποθέσεων και σε πολλά άλλα σοβαρά εκκλησιαστικά ζητήματα.
Αναμιγνύεται ακόμη και σε καθαρώς κοσμικά ζητήματα, όπως είναι το άθεο κίνημα της οικολογίας. Διακατεχόμενος από αίσθημα μειονεξίας για την παντελή έλλειψι ποιμνίου, επιδιώκει να προσεταιρισθή τη στήριξι των πολλών, προβάλλοντας οικολογικά ενδιαφέροντα. Η συμπεριφορά του είναι πάντοτε ύποπτη και επικίνδυνη για την Ορθοδοξία.
Ο Βαρθολομαίος αντί να κλαίη και να θρηνή ακατάπαυστα, διότι είναι ο πιο αξιοδάκρυτος πατριάρχης της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης βυζαντινής αυτοκρατορίας, αντί να έχη συναίσθησι ότι είναι μετέωρος, όταν το ποίμνιό του δεν υπερβαίνη τους 100 εκκλησιαζομένους κατά Κυριακήν, αντί να έχη επίγνωσι ότι, αν ποτε, μη γένοιτο, η Τουρκία απαγορεύση την είσοδο των Ελλήνων εκδρομέων στη χώρα τους, θα λειτουργή με τους τέσσερεις τοίχους του πατριαρχικού ναού, ο από πάσης απόψεως θλιβερός Βαρθολομαίος ζή στον κόσμο της φαντασίας του, τρέφοντας για τον εαυτό του ιδέα μεγιστάνος της Εκκλησίας, προκαλώντας κλαυσίγελο.
Οσον αφορά στα δόγματα διακηρύττει ότι δεν υπάρχουν δόγματα και ως εκ τούτου οι διαφορές ανάμεσα στις τρείς δεκάδες χριστιανικές αιρέσεις προς τη μία αγία καθολική και αποστολική Εκκλησία είναι ανύπαρκτες. Δεν υπάρχει διαφορά στο βάπτισμα. Ως πατριάρχης έχει δώσει γραμμή στις μητροπόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής να μην αναβαπτίζωνται οι εκ του παπισμού και προτεσταντισμού προερχόμενοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Πιστεύει επίσης ότι δεν υπάρχουν τριαδολογικές, χριστολογικές και εκκλησιολογικές διαφορές. Δεν υπάρχουν διαφορές ερμηνευτικής προσλήψεως πάνω στα παλαιοκαινοδιαθηκικά ιερά και θεόπνευστα κείμενα, ούτε πάνω στους ιερούς κανόνας των οικουμενικών και τοπικών συνόδων. Ολα αυτά, λέει, έχουν θεσπισθή κακώς από ανθρώπους που είχαν περιπέσει σε ψυχολογικές αγκυλώσεις, δεν είχαν αντιληφθή το οικουμενικό πνεύμα του Χριστιανισμού και έγιναν αιτία να διασπασθή η Εκκλησία, αμαυρώνοντας ο κύριος αυτός τη μνήμη χιλιάδων μαρτύρων και αγίων πατέρων της εκκλησίας, που συγκρότησαν οικουμενικές συνόδους και συνέταξαν ιερούς κανόνας, καταδικάζοντας τους ποικιλώνυμους αιρετικούς και ασεβείς. Ο μόνος που αντιλήφθηκε το πράγμα είναι ο ίδιος.
Επρεπε να περάσουν δύο χιλιάδες χρόνια, για να γεννηθή ο Βαρθολομαίος Αρχοντώνης, για να μας υποδείξη ότι πρέπει να πάρουμε στο χέρι ένα μολύβι για να διαγράψουμε με ένα τεράστιο Χ όλη την ορθόδοξη χριστιανική γραμματεία, για να προκύψη κατά την σοφιολογιωτάτην κάραν του ο «πραγματικός» Χριστιανισμός!
Οσον αφορά στο ζήτημα των σχέσεών του με τον παπισμό ο κ. Βαρθολομαίος έχει και πάλι τις ιδιοληψίες του. Κατ’αυτές, η Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει ν’ αρθή σ’ ένα υπερδογματικό και υπερεκκλησιαστικό επίπεδο, να δεχθούμε το φιλιόκβε, το παπικό πρωτείο και όλες τις αιρεσχελίες του ειδωλολατρικού παπισμού, να υποταχθούμε στη στυγνή δικτατορία του δεινού Ράτσιγκερ, για να συντελεσθή η ένωσι του χριστιανικού κόσμου. Είναι ντροπή, φρονεί ο Βαρθολομαίος, στον 21ο αιώνα, όταν τα κράτη της Ευρώπης και όλoυ του κόσμου συνάπτουν οικονομικές, νομοθετικές και πολιτικές ενώσεις και ομοσπονδίες, να είναι διηρημένος ο χριστιανικός κόσμος, προβάλλοντας διαφορές αντιλήψεων. Πρέπει πάση θυσία να γίνουμε ένα με τον παπισμό ! Για την επίτευξι αυτής της «ενώσεως» ο Βαρθολομαίος κινεί γή και ουρανό.
Επισκέπτεται τον αιρεσιάρχη πάπα στο Βατικανό τακτικά με προκατασκευασμένες ευκαιρίες, καλεί αυτός τον πάπα των παπικών στην Κωνσταντινούπολι, παρακολουθεί και συμμετέχει σχεδόν εξ ολοκλήρου στις παπικές λειτουργίες, όπως και ο αντίχριστος πάπας στην Κωνσταντινούπολι στην ορθόδοξη θεία λειτουργία, εμφανίζεται σε δημόσιες κοινές παπότροπες θεατρινίστικες εμφανίσεις με τον πάπα και φωτογραφίζεται σε κίνησι κοσμικού χορού, κηρύττει ότι πρέπει το συντομώτερο να φθάσουμε στο κοινό ποτήριο με τους παπικούς (να μάθουμε δηλαδή να μασούμε την όστια), πρέπει να πέσουν και οι εναπομείνασες περιχαράξεις και αντιστάσεις εκ μέρους των «ολίγων» στενοκεφάλων ορθοδόξων χριστιανών που αντιδρούν στα «προοδευτικά» του βήματα για τη ένωσι. Πρέπει;
Οσον αφορά στο κίνημα της οικολογίας ο Βαρθολομαίος προφανώς αδιαφορεί για το ότι οι οικολόγοι σχεδόν στο σύνολό τους δεν πιστεύουν ότι ο Θεός είναι δημιουργός, προνοητής και συντηρητής του κόσμου, όπως διδάσκουν οι άγιες Γραφές, αλλ’ ότι είναι αυθύπαρκτος και αυτοδημιούργητος. Οι ανά τα έθνη οικολόγοι πιστεύουν ότι ο πλανήτης μας, που κινδυνεύει άμεσα από την αλόγιστη μεταχείρισι του άφρονος ανθρώπου, θα σωθή από τον άνθρωπο, και συγκεκριμένως από τις οικολογικές οργανώσεις και τους οπαδούς των, ωσάν να είναι ημίθεοι και τιτάνες, περιπίπτοντας στην τραγική αντίφασι ότι ο άνθρωπος είναι και καταστροφεύς και σωτήρας του πλανήτου. Οι άθεοι αυτοί δεν πιστεύουν κατά συνέπειαν στην επίκλησι του Θεού για παρέμβασι. Παρά ταύτα ο Βαρθολομαίος, μόλα τα σωστά του, εμφανίζεται προσευχόμενος για την έκτακτη και απ’ ουρανού σωτηρία του πλανήτου. Και μάλιστα προσευχόμενος όχι εν ώρα κάποιας ειδικής ακολουθίας της Εκκλησίας, αλλά συμπροσευχόμενος στην ύπαιθρο, ενώπιον του ειδώλου μιάς υδρογείου σφαίρας μαζί με τους εκπροσώπους των αιρέσεων και των θρησκειών και αυτών των σατανικών, για την οικολογική «σωτηρία» του πλανήτου.
Στο διάστημα της πατριαρχίας του ο Βαρθολομαίος εμφανίζεται σαν το μοναδικό πρόσωπο του πατριαρχείου. Δίνει την εικόνα ότι υπάρχει το πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως και ο πατριάρχης του, και κανένας άλλος. Καμμία αναφορά σε πατριαρχικη σύνοδο, όπως γινόταν παλαιότερα επί πατριαρχίας προκατόχων του. Μόνο αυτός υπάρχει και αποφαίνεται και ενεργεί εφ’ όλης της ύλης. Αυτός διαχειρίζεται όλα τα εκκλησιαστικά ζητήματα. Αυτός φησί και έφα και φήσεται. Η πατριαρχική σύνοδος είναι ανύπαρκτη. Γνώμη κάποιου άλλου μητροπολίτου του πατριαρχικού κλίματος δεν ακούγεται, ούτε όνομα. Το αντίστοιχο θλιβερό μονοκρατορικό και αυθαίρετο φαινόμενο συναντάται μόνο στο Βατικανό, όπου ο πάπας των παπικών ως άκρος εξουσιαστής και κυβερνήτης του παπικού συστήματος, διαφεντεύει σε όλα, ενώ οι περί αυτόν ανώτατοι του παπισμού είναι ανύπαρκτοι. Αντιγράφει πιστά το παπικό σύστημα, ως φαίνεται, ο Βαρθολομαίος, σε όλες τις λεπτομέρειες. Ο πιθηκισμός του είναι ανομολόγητος. Σύνοδο συγκαλεί μόνο όταν πρόκειται να καταδικάση κάποιον αγνό αγωνιστή θεολόγο και κήρυκα της εκκλησίας, όπως τον ανιδιοτελέστατο κ.Νικόλαο Σωτηρόπουλο, για να φιμώση κάθε αντίθετη φωνή προς τα καταχθόνια σχέδιά του.
Μετά το θάνατο του Χριστόδουλου και την ανοχή του νέου αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου φαίνεται ν’ ανοίγεται λεωφόρος στον κ. Βαρθολομαίο, όσον αφορά τις επισκέψεις του στις ιερές μητροπόλεις του ελλαδικού χώρου.Τα όνειρά του για μια «ουσιαστικώτερη» παρουσία του στην ελλαδική Εκκλησία γίνονται πραγματικότητα. Την πρώτη επίσκεψι πραγματοποίησε στη Λάρισα στις 15 Μαϊου. Ο Βαρθολομαίος, παρά τις προειδοποιήσεις να μην μεταβή στη Λάρισα, πήγε με αφορμή τις πανηγυρικές εκδηλώσεις προς τιμήν του πολιούχου της Λαρίσης Αγίου Αχιλλίου, για να συμπαρασταθή τον εκεί παράνομα εγκατασταθέντα μητροπολίτη Ιγνατιο Λάππα, και με την παρουσία του ν’ αναξέση πληγές χαίνουσες επί όλη τεσσαρακονταετία. Αγνόησε την προειδοποίησι της εκλεκτής μερίδας των Λαρισαίων αγωνιστών, της παρεμβολής αυτής του Κυρίου παντοκράτορος, που δίνει τη μάχη για την αποκατάσταση της εκκλησιαστικής νομιμότητος. Οι έχοντες υγιές εκκλησιαστικό φρόνημα Λαρισαίοι, παλαιοί μαθηταί του βετεράνου πρώην μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου, παρ’ όλη την αστυνομική περιφρούρησι και την εφαρμοσθείσα βαρβαρότητα, έδωσαν ισχυρό παρόν κατά του Βαρθολομαίου. Συνθήματα, όπως «ανάξιος», «εισαι προδότης της Ορθοδοξίας», «εισαι κοπέλι του πάπα», «προδότη», «είσαι αιρεσιάρχης δεν εισαι πατριάρχης»,άστραψαν και βρόντηξαν μέσα και έξω σε διάφορες θέσεις του ναού. Συλλήψεις, ξυλοδαρμοί, προσαγωγές και άλλες βαρβαρότητες και τραμπουκισμοί των αστυνομικών, δεν έκαμψαν το ηρωϊκό και αμίμητο φρόνημα των αγωνιστών. Ο Βαρθολομαίος και οι άλλοι μητροπολίτες παρ’ όλη την ισχυρή φρουρά, υπήρξαν οι φοβισμένοι και οι ηττημένοι. Η εμπειρία αυτή της αντιστάσεως ήταν πικρή εμπειρία για το Βαρθολομαίο. Και θα είναι ακόμη πιο πικρή σε τυχόν άλλη παρουσία του στον ελλαδικό χώρο, διότι, όπως πληροφορούμαστε, η αγωνιστική πλευρά ενισχύεται σοβαρώς, για να αντιτάξη αντίστασι δυναμικώτερη.
Κύριε Βαρθολομαίε, ο αγωνιζόμενος και ζών για την Εκκλησία και όχι από την Εκκλησία μαρτυρικός λαός, αποδοκιμάζει όχι το πρόσωπό σου, αλλά τις φιλοπαπικές και αυταρχικές αντιλήψεις σου.
Ο Λαός αντιδρά και δεν θα παύση να αντιδρά σε κάθε προδοτική κατά της Ορθοδοξίας κίνησί σου.
Με όλα όσα κάνεις ερήμην του λαού, που είναι η βάσι της Εκκλησίας, αποδεικνύεις ότι μόνο την Εκκλησία του Χριστού δεν εκπροσωπείς.
Χωρίς την υπογραφή και συγκατάθεσι του λαού αεροβατείς και σύ και οι κόλακές σου μητροπολίτες, που αποβλέπουν σε ίδια οφέλη.
Και άλλοι πρίν από σένα θέλησαν να χειραγωγήσουν την Εκκλησία προς τον παπισμό, αλλά το μόνο που πέτυχαν είναι να γραφή το όνομά τους στη μαύρη βίβλο.
Επανεξέτασε τα φρονήματά σου και τις κινήσεις σου.
Κατά καιρούς γίνεται προσπάθεια εκ μέρους των Οικουμενιστών «Ορθοδόξων» να υποτιμήσουν την Ορθόδοξη μαρτυρία μας και την αντίθεσή μας στην νεωτεριστική πορεία τους. Για να πετύχουν το σκοπό τους χρησιμοποιούν διάφορες δικαιολογίες και χαρακτηρισμούς. Λένε, ότι η συμμετοχή τους στον Οικουμενισμό έχει σαν στόχο την ενότητα της πίστης που υποδεικνύει το Ευαγγέλιο και το παπικό ημερολόγιο που αποδέχθηκαν αποτελεί μια αστρονομική διόρθωση. Έτσι, μας χαρακτηρίζουν σαν εμπαθείς, οπισθοδρομικούς, πεισματάρηδες, αγραμμάτους, ζηλωτές της Ορθόδοξης πίστης αλλά χωρίς επίγνωση, σχισματικούς, αιρετικούς κλπ..
Προκειμένου λοιπόν, να κατανοήσουν οι ευσεβείς Ορθόδοξοι Χριστιανοί που ακούνε αυτές τις δικαιολογίες για ποιό λόγο δεν δεχόμαστε να ταυτιστούμε με τους Οικουμενιστές και καταφρονητές της Ορθόδοξης παράδοσης, παραθέτουμε πιο κάτω τους σημαντικότερους κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι κανόνες αυτοί όπως και όλοι οι άλλοι δεν είναι εύρημα δικό μας αλλά ορίστηκαν από τους Αγίους Αποστόλους και θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας.
Το πιο χειρότερο είναι ότι τους κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας τους αποδέχονται και οι νεωτεριστές «Ορθόδοξοι» αλλά κρατούν μόνο όσους από αυτούς δεν αντιστρατεύονται στις επιδιώξεις τους.
1)45ος Αποστολικός κανόνας:
«Επίσκοπος ή πρεσβύτερος, ή διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον αφοριζέτω· ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικοίς ενεργήσαί τι, καθαιρήσθω».
Ο κανόνας αυτός με σαφήνεια λέει να αφορίζονται οι Ορθόδοξοι κληρικοί που προσεύχονται με αιρετικούς. Αν μάλιστα επιτρέψουν στους αιρετικούς να κάνουν κάποια ιερή τελετή αυτοί οι Ορθόδοξοι να καθαιρούνται.
Οι Οικουμενιστές «Ορθόδοξοι» προσεύχονται με αιρετικούς; Και βέβαια προσεύχονται. Σήμερα μάλιστα έχουν καθιερώσει και κοινές τελετές προσευχής.
2)10ος Αποστολικός κανόνας:
«Εί τις ακοινωνήτω, κάν εν οίκω συνεύξηται, ούτος αφοριζέσθω».
Ακοινώνητον εδώ εννοεί ο κανόνας αυτόν που βρίσκεται εκτός Εκκλησίας, δηλαδή εκείνον που έχει αφοριστεί. Ορίζει λοιπόν ο κανόνας ότι ακόμη και αν κάποιος πιστός προσευχηθεί σε σπίτι με ακοινώνητον αυτός ο πιστός να αφορίζεται.
Οι Οικουμενιστές «Ορθόδοξοι» πολύ συχνά συμπροσεύχονται με τους ακοινώνητους και αφορισμένους από την Εκκλησία αιρετικούς.
3) 65ος Αποστολικός κανόνας:
«Εί τις κληρικός, ή λαϊκός εισέλθοι εις συναγωγήν Ιουδαίων, ή αιρετικών προσεύξασθαι, ο μεν καθαιρείσθω, ο δε αφοριζέσθω».
Για κανένα λόγο λέει ο κανόνας αυτός δεν πρέπει να προσεύχεται κάποιος πιστός σε συναγωγή Εβραίων ή σε Ναό αιρετικών. Αν κάποιος πράξει αυτό, ο κανόνας προστάζει αν είναι κληρικός να καθαιρείται, αν είναι λαϊκός να αφορίζεται.
Ο κανόνας όμως δεν εμποδίζει τους από Ορθοδόξους Οικουμενιστές να προσεύχονται στους ναούς των αιρετικών.
4)46ος Αποστολικός κανόνας προστάζει·
«Επίσκοπον ή πρεσβύτερον, ή διάκονον, αιρετικών δεξαμένους βάπτισμα ή θυσίαν, καθαιρείσθω προστάσσομεν, τις γαρ συμφώνησις Χριστώ προς βελίαρ; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου».
Οι Ιερείς των αιρετικών δεν έχουν Ιεροσύνη σύμφωνα με τους Αποστ. 68ος και οι συναφείς. Προστάζει ο κανόνας αυτός ότι αν κάποιος Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος κάνει δεκτό το βάπτισμα ή κάποια τελετή των αιρετικών να καθαιρείται.
Οι Οικουμενιστές όμως παραδέχονται τα μυστήρια των αιρετικών αφού τελούν μικτούς γάμους οι οποίοι απαγορεύονται από τον 72ο κανόνα της 6ης Οικουμ. Συνόδου.
5)1ος κανόνας της εν Αντιόχεια Συνόδου:
«Πάντας τους τολμώντας παραλύειν τον όρον της αγίας και μεγάλης Συνόδου της εν Νικαία συγκροτηθείσης επί παρουσία της ευσεβείας του Θεοφιλεστάτου Βασιλέως Κωνσταντίνου, περί της εορτής του σωτηριώδους Πάσχα, ακοινωνήτους και αποβλήτους είναι της Εκκλησίας…»
Ο κανόνας αφορά την αλλαγή του ημερολογίου. Την 24η Φεβρουαρίου 1582, ο Πάπας Γρηγόριος ο ΙΓ΄ αυθαίρετα αντικατέστησε το ημερολόγιο (Ιουλιανό) που θέσπισαν οι Πατέρες της Α΄ Οικουμ. Συνόδου με ένα νέο που δημιούργησαν οι αστρολόγοι του. Προς τιμή του ονομάστηκε το νέο αυτό ημερολόγιο Γρηγοριανό. Έτσι, εκτός από τους έως τότε αναθεματισμούς (12 φορές) που επέβαλε η Ορθόδοξη Εκκλησία στους Παπικούς, καταδικάστηκαν και από τον 1ος αυτόν κανόνα της εν Αντιόχεια Συνόδου αλλά και τους συναφείς με αυτόν.
6) Συνοδικές καταδίκες του παπικού ημερολογίου:
α) Το 1583 στην Κωνσταντινούπολη επί Πατριάρχου Κων/λεως Ιερεμίου Β΄ του επονομαζόμενου Τρανού, ένα χρόνο μετά την εισαγωγή του Παπικού ημερολογίου στη Δύση, καταδικάστηκε συνοδικά η πράξη αυτή του Πάπα, παρόντος πλην των Συνοδικών Μητροπολιτών και των Πατριαρχών Αλεξανδρείας Σιλβέστρου και Ιεροσολύμων Σωφρονίου.
Συγκεκριμένα η απόφαση λέει:
«Σιγγίλιο Πατριαρχικής διατυπώσεως εγκυκλίου τοις απανταχού Ορθοδόξοις Χριστιανοίς, εις το μη παραδέχεσθαι το νεώτερον Πασχάλιον ή Καλενδάριον του καινοτομηθέντος μηνολογίου, αλλ’ εμμένειν τοις άπαξ και καλώς διατυπωθείσι παρά τοις αγίοις (318) τριακοσίοις δέκα οκτώ Θεοφόροις Πατράσι της Αγίας Οικουμενικής Πρώτης Συνόδου μετ’ επιτιμίου και Αναθέματος.
Έτος από Θεανθρώπου αφπγ΄ (1583)
Ίνδικτιώνος ΙΒ΄ Νοέμβριος Κ΄
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β΄
Πατριάρχης Αλεξανδρείας Σίλβεστρος
Πατριάρχης Ιεροσολύμων Σωφρόνιος
και οι λοιποί Αρχιερείς της Συνόδου παρόντες
β) Το 1593 στην Κωνσταντινούπολη επί Πατριάρχου Κων/λεως Ιερεμίου Β΄. Στη Σύνοδο παρευρέθηκαν και συναποφάσισαν οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας Μελέτιος αντιπρόσωπος και του Αντιοχείας Ιωακείμ Ζ΄, Ιεροσολύμων Σωφρόνιος Δ΄, και σαράντα Αρχιερείς. Η Σύνοδος εξέδωσε 20 κανόνες ή κεφάλαια. Ο 8ος κανόνας κατεδίκασε για δεύτερη φορά την παπική καινοτομία του ημερολογίου.
Έχει δε ως εξής:
Προς αποβολήν του Νεόυ Καλενδαρίου
ήτοι της περί του Πάσχα των Λατίνων καινοτομίας.
«Απαρασάλευτον διαμένειν βουλόμεθα το τοις Πατράσιν διορισθέν περί του Αγίου και Σωτηρίου Πάσχα…Άπαντες οι τολμώντες παραλύειν τους όρους περί της Αγίας εορτής του Σωτηριώδους Πάσχα, Ακοινωνήτους και Αποβλήτους είναι της Εκκλησίας του Χριστού».
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β΄
Πατριάρχης Αλεξανδρείας Μελέτιος
Πατριάρχης Αντιοχείας Ιωακείμ
Πατριάρχης Ιεροσολύμων Σωφρόνιος
και οι λοιποί Αρχιερείς της Συνόδου παρόντες
γ) Επίσης το 1848 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Άνθιμος κάλεσε πατριαρχική σύνοδο στην οποία παρευρέθηκαν, οι τρείς άλλοι Πατριάρχες, ο Αλεξανδρείας Ιερόθεος, ο Αντιοχείας Μεθόδιος και ο Ιεροσολύμων Κύριλλος και δώδεκα Επίσκοποι.
Η εγκύκλιος που εξέδωσε η σύνοδος μεταξύ άλλων λέει:
…«Κρατώμεν της ομολογίας ήν παρελάβομεν άδολον παρά τηλικούτων ανδρών αποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν ως υπαγόρευμα του Διαβόλου. Ο δεχόμενος νεωτερισμόν κατελέγχει ελλιπή την κεκηρυγμένην Ορθόδοξον πίστιν. Αλλ’ αύτη πεπληρωμένη ήδη εσφράγισται, μη επιδεχομένη μήτε μείωσιν, μήτε αύξησιν, μήτε αλλοίωσιν ήν τινα ούν και ο τολμών ή πράξαι ή συμβουλεύσαι ή διανοηθήναι τούτο, ήδη ηρνήθη την πίστιν του Χριστού, ήδη εκουσίως καθυπεβλήθη εις το αιώνιον ανάθεμα…..Άπαντες ουν οι νεωτερίζοντες ή αιρέσει ή σχίσματι εκουσίως ενεδύθησαν κατά τον ψαλμωδόν «κατάραν ως ιμάτιον…»
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος
Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιερόθεος
Πατριάρχης Αντιοχείας Μεθόδιος
Πατριάρχης Ιεροσολύμων Κύριλλος
και οι λοιποί Αρχιερείς της Συνόδου
δ) Το 1904 επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ του Γ΄ με εγκύκλιο που εξέφραζε την γνώμη όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, καταδικάστηκε το Γρηγοριανό ημερολόγιο και απερρίφθηκε κάθε ιδέα μεταρρύθμισης του Ιουλιανού ημερολογίου.
«…αιδέσιμον είναι και έμπεδον το από αιώνων μεν ήδη καθωρισμένον, κεκυρωμένον δε τη διηνεκεί της Εκκλησίας πράξει πασχάλιον. Το δε υπερπηδήσαι κατά 13 ημέρας το ιουλιανόν ημερολόγιον και το εορτολόγιον ημών, ο παραφυλάσσομεν αμετακίνητον, υπ’ ουδενός επιβάλλεται λόγου, ούτε εκκλησιαστικού, ούτε επιστημονικού…»
Μετά από τις καταδικαστικές αυτές πράξεις κατά των Παπικών για την αλλαγή του ημερολογίου, το 1924 δέχθηκαν ορισμένες αυτοκέφαλες «Ορθόδοξες» Εκκλησίες την καινοτομία του Πάπα και εισήγαγαν την αναθεματισμένη ημερολογιακή μεταρρύθμιση στην λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Ίσως κάποιοι πουν ότι οι Εκκλησίες αυτές άλλαξαν το ημερολόγιο και όχι το Πασχάλιο. Αυτό είναι μια παγίδα για τους αφελείς. Διότι, ημερολόγιο και Πασχάλιο είναι συνυφασμένα στην Εκκλησία. Άλλωστε τι σημαίνει ότι δέχθηκαν το Γρηγοριανό ημερολόγιο και κράτησαν το Ιουλιανό πασχάλιο; Πρώτον, ότι αλλοίωσαν το πατροπαράδοτο Ιουλιανό ημερολόγιο και Πασχάλιο αφού παραδέχονται ότι πρόσθεσαν και ένα άλλο ημερολόγιο, δηλαδή ισχύει και γι’ αυτούς ο πιο πάνω 1ος κανόνας της εν Αντιόχεια Συνόδου. Δεύτερον, διασαλεύεται ο πασχάλιος κύκλος της Εκκλησίας. Για παράδειγμα μετά την εορτή του Τιμ. Σταυρού (14 Σεπτ.) την δεύτερη Κυριακή αρχίζει να διαβάζεται το Ευαγγέλιο του Ευαγγελιστού Λουκά. Αφού λοιπόν οι νεοημερολογίτες εορτάζουν την Ύψωση του Τιμ. Σταυρού με το Γρηγοριανό ημερολόγιο άρα και η ανάγνωση του Λουκά αρχίζει νωρίτερα και φυσικά τελειώνει νωρίτερα (καταργούνται ευαγγελικά αναγνώσματα). Επίσης, από τον Πασχάλιο κύκλο εξαρτάται η νηστεία των Αγ. Αποστόλων η οποία πολλές φορές εκμηδενίζεται εξ αιτίας του Γρηγοριανού ημερολογίου.
Τέλος, ίσως κάποιος ρωτήσει. Υπάρχουν και Εκκλησίες που δεν έχουν αλλάξει το ημερολόγιο αλλά διατηρούν το Ιουλιανό. Πράγματι υπάρχουν, αλλά έχουν εκπέσει από την Ορθόδοξη πίστη διότι συμμετέχουν στον Οικουμενισμό. Φορέας της Ορθόδοξης πίστης είναι μόνο η Εκκλησία εκείνη που δεν συμμετέχει στον Οικουμενισμό ούτε έχει αλλάξει το Ιουλιανό ημερολόγιο.
Αυτό συνέβη στην Κολωνία της Γερμανίας, την περασμένη Κυριακή της Ορθοδοξίας στο Πατριαρχείο Αντιοχείας στην Ενορία του Αγίου Δημητρίου, την ώρα της λειτουργία των αναθεμάτων κατά των αιρέσεων:
Ο Πάπας λαμβάνει την Tiara από Καθολικούς και… Ορθόδοξους.
Στο εβδομαδιαίο γενικό ακροατήριο, ο Πάπας έλαβε μια νέα Τιάρα που κατασκευάστηκε για αυτόν και παρουσιάστηκε από καθολικούς και “Ορθόδοξους” Χριστιανους. Η τιάρα δωρήθηκε από τον Dieter Philippi, (έναν Γερμανό επιχειρηματία, καθολικό, ο οποίος έχει μεγάλη αφοσίωση στον παπισμό, καθώς και στην αιρετική κίνηση υπέρ της ενώσεως των χριστιανικών δογμάτων).
Η τιάρα δημιουργήθηκε στη Σόφια της Βουλγαρίας από “Ορθόδοξους” Χριστιανούς του στούντιο Liturgix.
Μια μικρή αντιπροσωπεία των Ρωμαιοκαθολικών και της Βουλγάρων “Ορθόδοξων” που τέλεσαν «προσκύνημα» στη Ρώμη παρουσίασαν την τιάρα στον Πάπα στο όνομα της «χριστιανικής ενότητας» …
________________________________
Υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσογαίας και Νήσων.
Χρησιμοποιούμε μόνο απαραίτητα cookies στην ιστοσελίδα μας. Με την επιλογή του "ΟΚ" δίνετε την συγκατάθεση για την χρήση όλων τους. Στην επιλογή "Πληροφορίες για τα Cookies" υπάρχει λίστα με τα χρησιμοποιούμενα cookies.
Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί μόνο απαραίτητα για την λειτουργία του cookies, τα οποία αποθηκεύονται στο περιηγητή σας και τα οποία είναι απαραίτητα για τις λειτουργίες της ιστοσελίδας.
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. These cookies ensure basic functionalities and security features of the website, anonymously.
Cookie
Duration
Description
cookielawinfo-checkbox-necessary
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookies is used to store the user consent for the cookies in the category "Necessary".
viewed_cookie_policy
11 months
The cookie is set by the GDPR Cookie Consent plugin and is used to store whether or not user has consented to the use of cookies. It does not store any personal data.