Την Κυριακή 10/23 Μαρτίου 2014, η Σύνοδος του “Αρχιεπισκόπου” Καλλινίκου Σαραντόπουλου ενώθηκε επίσημα με την Σύνοδο των Ενισταμένων, παράταξη του αποθανόντα Μητροπολίτη Κυπριανού Κουτσούμπα, εκφραστών της εκκλησιολογίας του λεγομένου “Κυπριανισμού”.
Το κείμενο το οποίο εξηγεί την εκκλησιολογία αυτού του νέου αμαλγάματος φανερώνει μια σημαντική λεπτομέρεια αυτής της ένωσης: ότι τα δύο μέρη συμφώνησαν ότι η Χάρις δεν είναι εγγυημένη στα μυστήρια των Νεοημερολογιτών και ότι μια μελλοντική σύνοδος όλων των Γνησίων Ορθοδόξων θα αποφασίσει επί του θέματος.
Αυτό το οποίο μας λέει αυτή η λεπτομέρεια είναι ότι αντί οι Κυπριανίτες να επανέλθουν στην Εκκλησιολογία των ΓΟΧ, η Σύνοδος του Καλλίνικου αποδέχτηκε την εκκλησιολογία των Κυπριανιτών.
Επιπροσθέτως η ένωση περιέχει την Ρωσική παράταξη (ROCOR-PSCA) υπό τον Μητροπολίτη Αγαθάγγελο ο οποίος έχει αρνηθεί να δηλώσει αν το Πατριαρχείο της Μόσχας είναι άνευ Χάριτος και ο οποίος είχε γράψει ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί, οι Μονοφυσίτες και οι Παλαιόπιστοι έχουν Χάρη στα μυστήρια τους.
Προσευχόμαστε για την ένωση όλων αλλά πρέπει να είναι μια ένωση δεκτή από τον Θεό βασισμένη στην Αλήθεια και την Αγία Ορθόδοξη Πίστη.
Τα ανωτέρω τα αντλήσαμε από την δημοσιευθείσα αναλυτική συγγραφή του κ. Βλαδήμιρου Μος (εδώ) ,την οποία την μεταφράσαμε με την άδεια του και την δημοσιεύουμε παρακάτω:
Η ΚΑΛΛΙΝΙΚΙΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ
χειρὶ χεῖρας ἐμβαλὼν ἀδίκως οὐκ ἀτιμώρητος ἔσται,…
ὃς δίκαιον κρίνει τὸν ἄδικον, ἄδικον δὲ τὸν δίκαιον,
ἀκάθαρτος καὶ βδελυκτὸς παρὰ Θεῷ.
Παροιμίαι Σολομώντος 11.21, 17.15
Υπό του Βλαδίμηρου Μος
μετάφραση www.omologitis.org
Ο διάβολος, λένε, βρίσκεται στις λεπτομέρειες. Αυτό σίγουρα είναι πιο αληθινό στις εκκλησιαστικές ενώσεις παρότι στις επιχειρηματικές συμφωνίες, διότι ο διάβολος ενδιαφέρεται περισσότερο για την εκκλησία, την οποία δεν ελέγχει όπως τις επιχειρήσεις, οι οποίες είναι περισσότερο στο δικό του τομέα. Αλλά θα μπορούσε ο Θεός να βρίσκεται στο συνολικό σχέδιο ή θα μπορούσε να φέρει ένα μεγάλο καλό από αυτό παρ’όλες τις πολλές μικρές διαβολές; Όπως και να’χει, “Οἴδαμεν δὲ ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν· ” (Προς Ρωμαίους 8.28)… Ας εξερευνήσουμε αυτές τις πιθανότητες σε σχέση με την εκκλησιαστική ένωση που σφραγίστηκε δια μέσου μιας λειτουργικής εορτής στην Κυριακή του Τιμίου Σταυρού φέτος μεταξύ της Αληθινής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος υπό τον αρχιεπίσκοπο Καλλίνικο της Αθήνας (GTOC) και της Εκκλησιαστικής Κοινότητας της Συνόδου των Ενισταμένων (γνωστοί αλλιώς ως «οι Κυπριανίτες») μαζί με τις Ρουμανικές, Βουλγαρικές και Ρωσικές Εκκλησίες οι οποίες έχουν κοινωνία με τον ανωτέρω.
Όλοι αυτοί που ειλικρινά πιστεύουν στην Γνήσια Ορθοδοξία γνωρίζουν ότι ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για τη σωτηρία των ανθρώπων, στην ένωσή τους με τη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία είναι η έλλειψη της ενότητάς μας. Η πλειάδα των παρατάξεων που αυτοαποκαλούνται Γνήσιοι Ορθόδοξοι αλλά που δεν έχουν κοινωνία ο ένας με τον άλλον είναι σκάνδαλο – κι είναι μικρή παρηγοριά να γνωρίζεις ότι αυτό δεν είναι η πρώτη περίοδος τέτοιου χάους και διαίρεσης στην Ορθόδοξη Εκκλησιαστική ιστορία. Ως κανόνας όταν δεν υπάρχει Ορθόδοξος αυτοκράτορας να ενεργεί ως εστία ενότητας, η αίρεση αποκτά κυριαρχία και οι Γνήσιοι Ορθόδοξοι διαιρούνται αναμεταξύ τους…
Οι ενώσεις μεταξύ των Γνήσιων Ορθοδόξων Συνόδων του καιρού μας συνήθως ήταν βραχύβιες και ιδιαίτερα αμφιλεγόμενες. Το 1969-71 η Ρωσική Εκκλησία Εξωτερικού (ROCA) υπό τον Αγ. Φιλάρετο ενώθηκε με τις ελληνικές Παλιοημερολογίτικες Συνόδους των Φλωρινιωτών υπό τον Αρχιεπίσκοπο Αυξέντιο (πρώτα) και τους Ματθαιϊκούς υπό τον Αρχιεπίσκοπο Ανδρέα (λίγο μετέπειτα). Αλλά αυτή η ένωση έσπασε με αμοιβαίο κατηγοριολόγιο μεταξύ και των τριών ομάδων λιγότερο από μια δεκαετία μετέπειτα. Το 1994 μια άλλη απόπειρα έγινε: η Ρωσική Εκκλησία του Εξωτερικού (ROCA) υπό τον Μητροπολίτη Βιτάλι, τους Έλληνες Παλιοημερολογίτες υπό τον Μητροπολίτη Βιτάλι, τους Ρουμάνους Παλιοημερολογίτες υπό τον Μητροπολίτη Βλάσιο και τους Βούλγαρους Παλιοημερολογίτες υπό τον Επίσκοπο Φώτιο ενώθηκαν στην βάση μιας «κυπριανίτικης» ομολογίας πίστεως, η οποία ερχόταν σε αντίθεση με την ομολογία πίστεως αμφότερων των Φλωρινιωτών και των Ματθαιϊκών (κι αυτός ήταν ο λόγος που δεν είχαν μέρος σε αυτήν) και της Ρώσικης Εκκλησίας Εξωτερικού (όπως εκφράστηκε στο ανάθεμα ενάντια του Οικουμενισμού το 1983).
Το 2001 η Ρώσικη Εκκλησία Εξωτερικού διαχωρίστηκε. Ένα μέρος υπό τον Μητροπολίτη Βιτάλι (έξω από τη Ρωσία, υπήρχαν κι άλλοι ηγέτες μές στη Ρωσία) απέρριψαν την Κυπριανίτικη ομολογία και ένωση αλλά μετέπειτα χωρίστηκαν σε τρεις ή τέσσερις αντιμαχόμενες Συνόδους. Το άλλο μέρος υπό τον Μητροπολίτη Λάβρο τελικά ενώθηκε με το Πατριαρχείο Μόσχας το 2007.
Οι Έλληνες Κυπριανίτες και οι Ρουμάνοι κι οι Βούλγαροι Παλιοημερολογίτες παρέμειναν μαζί, αλλά επανεντάχθηκαν με έναν από τους Ρώσους Επισκόπους, τον Αγαθάγγελο, ο οποίος αρνήθηκε να συμμετέχει στην ένωση στο Πατριαρχείο της Μόσχας. Αν κι ο Αγαθάγγελος ήταν ο τελευταίος Επίσκοπος που εγκατέλειψε το βυθιζόμενο πλοίο της Ρωσικής Εκκλησίας Εξωτερικού, αρνήθηκε να ενωθεί με τους άλλους Ρώσους Επισκόπους που πηδήξανε απ’το πλοίο νωρίτερα. Πραγματικά, θεωρούσε τον εαυτό του ότι είναι ο μοναδικός κανονικός Ρώσος Επίσκοπος. Όλοι οι Ρώσοι Γνήσιοι Ορθόδοξοι Επίσκοποι, κατά τη γνώμη του, ήταν και είναι άνευ χάριτος. Όσον αφορά το Πατριαρχείο της Μόσχας, αν και το καταδίκασε, αρνήθηκε να πει ότι ήταν άνευ χάριτος. Ωστόσο επειδή δεν ήθελε να μείνει μόνος κι επειδή ήθελε να δημιουργήσει τη δικιά του ιεραρχία, έψαχνε για συνεργάτη. Οι Κυπριανίτες προσφέρθηκαν κι έτσι η Αγαθαγγελική ιεραρχία δημιουργήθηκε.
Το 2009 οι Κυπριανίτες ξεκίνησαν συνεννοήσεις για την ένωση με τους Φλωρινιώτες υπό τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο (Κιούση). Οι συζητήσεις για την ένωση απέτυχαν αλλά οι Κυπριανίτες έκαναν κάποιες σημαντικές υποχωρήσεις. Συγκεκριμένα συμφώνησαν ότι η διάσπασή τους με τους Φλωρινιώτες το 1984 υπήρξε «βιαστική» – με άλλα λόγια, λάθος, ότι η Νεοημερολογίτικη Εκκλησία της Ελλάδος δεν ήταν η «Μητέρα Εκκλησία» και δεν θα μπορούσαν πλέον να ομιλούν για αιρετικούς ότι αποτελούν «άρρωστα μέλη» της γνήσιας Εκκλησίας. [1]
Το 2010 ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος πέθανε και τον διαδέχτηκε ο Αρχιεπίσκοπος Καλλίνικος, και μετά ο Μητροπολίτης Κυπριανός επίσης πέθανε. Τότε οι Κυπριανίτες αποφάσισαν να κάνουν μια δεύτερη προσπάθεια για ένωση με τους Φλωρινιώτες (ή οι Φλωρινιώτες αποφάσισαν να πάρουν την πρωτοβουλία; Δεν γνωρίζουμε). Η συμφωνία της τελευταίας εβδομάδος έκλεισε μεταξύ της Ελληνικής ΓΟΧ και των Κυπριανιτών και των συμμάχων τους από τη Ρουμανία (Μητροπολίτης Βλάσιος) Βουλγαρία (Επίσκοπος Φώτιος) και την Ρωσία (Μητροπολίτης Αγαθάγγελος) και την Κυριακή του Τιμίου Σταυρού οι ενωτικοί συνεόρτασαν την Θεία Λειτουργία στην Αθήνα.
Σε σχεδόν όλες τις πολιτικές ενώσεις υπάρχει μια υπογεγραμμένη συνθήκη που μπορούν όλοι να δουν και μετά υπάρχουν μυστικές παράγραφοι οι οποίες μπορούν ή δεν μπορούν να έχουν καταγραφεί… Ξανά, σε όλες τις πολιτικές ενώσεις υπάρχει μια υποτιθέμενη «μεγάλη χαρά και νίκη για όλους» και μετά υπάρχουν οι αληθινοί νικητές κι οι ηττημένοι. Αυτό δεν θα έπρεπε να ήταν έτσι με τις εκκλησιαστικές ενώσεις, στις οποίες ακόμα και αυτοί οι οποίοι υποκύπτουν και μετανοούν έχουν αληθινά θριαμβεύσει – λυτρώνοντας τις ψυχές τους. Αλλά στις εσφαλμένες ενώσεις υπάρχουν αληθινοί νικητές και ηττημένοι. Ή καλύτερα στο βάθος του ορίζοντα όλοι στην ένωση είναι στα αλήθεια ηττημένοι…
Ας δούμε τώρα ποιοι είναι οι αληθινοί νικητές και οι ηττημένοι σε αυτήν την εσφαλμένη ένωση. Ήδη τον Φεβρουάριο, όταν έδειχνε ότι η ένωση θα προχωρούσε, ο Κυπριανίτης Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος της Αίτνα δήλωσε ότι απ’τη μια μεριά δε θα υπάρξουν νικητές ή ηττημένοι σε αυτή την ένωση («ανόητη και διαβολική παραφιλολογία» ήταν το όνομα που έδωσε γι’αυτήν την «ακατάλληλη θριαμβολογία») κι απ’την άλλη μεριά ότι αυτοί (οι Κυπριανίτες) δεν ήταν απαιτούμενο να εγκαταλείψουν καμία από τις αρχές τους ως αποτέλεσμα της ένωσης. «Να είστε σίγουροι» γράφει, «ότι καμία από τις αρχές μας, η μετριοπάθεια και το πνεύμα που μας κληροδοτήθηκε από τον συγχωρεμένο και αξιοσέβαστο Μητροπολίτη μας Κυπριανό δεν έχει παραμεριστεί, όπως έχουν υπονοήσει ορισμένοι αρνητές.» Αλλά καθώς οι αρχές της Κυπριανίτικης εκκλησιολογίας είναι λανθασμένες, αυτό σημαίνει ότι δεν απαιτήθηκε μετάνοια για τα σφάλματά τους από τους Κυπριανίτες!
Ο ίδιος ο Χρυσόστομος κερδίζει πολλά από αυτή την ένωση. Εφόσον δεν του έχει απαιτηθεί να μετανοήσει για τα σφάλματά του, μπορεί να τα επαναλάβει. Ούτε και είναι πιθανό να επαναφερθεί στην τάξη: σύμφωνα με την διοικητική διευθέτηση που συμφωνήθηκε, είναι Μητροπολίτης μη εξαρτώμενος από τον ανώτερο ιεράρχη στην Αμερική, τον Μητροπολίτη Δημήτριο της Αμερικής!
Στις 7/20 Μαρτίου, αμέσως μόλις υπογράφτηκε η ένωση, ο πρεσβύτερος Κυπριανίτης ιεράρχης, ο Μητροπολίτης Κυπριανός Ωρωπού (ο νεώτερος), επιβεβαίωσε τη νίκη των Κυπριανιτών. «Ο επίσημος διάλογος (Δεκέμβριος 2012 – Φεβρουάριος 2014) μας οδήγησε στη συνειδητοποίηση ότι η Πράξη μας να διαχωριστούμε το 1984 από τα Γνήσια Ορθόδοξα αδέρφια μας θα έπρεπε να ακυρωθεί, καθώς οι λόγοι πίστης και αρετής που την προκάλεσαν δεν υφίστανται πλέον.» Μ’άλλα λόγια: «Το 1984 κόψαμε την κοινωνία με τους ΓΟΧ για απολύτως έγκυρους λόγους πίστης και αρετής. Αλλά τώρα αυτοί οι λόγοι δεν υφίστανται πλέον, οι ΓΟΧ διορθώθηκαν κι έτσι μπορούμε να επανέλθουμε σε κοινωνία μαζί τους.»
Αυτό είναι, κατ’ουσίαν, μια ανάκληση από τους Κυπριανίτες της παραδοχής τους το 2009 ότι «βιάστηκαν» να κόψουν με τους GTOC το 1984: στην πραγματικότητα, έμμεσα κατηγορεί τους GTOC ότι προκάλεσαν το σχίσμα. Επιπλέον, καμία από τις άλλες παραδοχές που έκαναν το 2009 δεν επιβεβαιώνονται τώρα, το 2014. Στην πραγματικότητα, όπως θα δούμε αργότερα, η Γνήσια Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος είναι αυτή που έκανε τις παραδοχές.
Πώς γίνεται οι δύο Κυπριανίτες Μητροπολίτες να είναι τόσο γενναίοι, επαναδιαβεβαιώνοντας βασικά την πίστη τους στην εκκλησιολογική αίρεση του Κυπριανισμού, ακόμα κι αφού υπογράφτηκε η ένωση με τους GTOC; Η απάντηση είναι ότι δεν τους ζητήθηκε να απαρνηθούν την αίρεσή τους, δημόσια τουλάχιστον. Φυσικά, δεν ξέρουμε τι συνέβη κεκλεισμένων των θυρών ή τι περιλαμβανόταν στις μυστικές ρήτρες της συμφωνίας, αν υπήρξαν τέτοιες. Αλλά ακόμα κι αν τους ζητήθηκε να απαρνηθούν ορισμένες θέσεις τους κατ’ιδίαν, (για το οποίο, ωστόσο, δεν έχουμε αποδείξεις), είναι φανερό ότι δεν έχουν αναστολές να κάνουν τέτοια αποκήρυξη δημόσια. Ούτε – κατά τρόπο πιο σημαντικό και μοιραίο – τους επέπληξαν οι ιεράρχες ΓΟΧ καθ’οιονδήποτε τρόπο…
Αλλά τι γίνεται με την επίσημη κοινή ομολογία πίστεως, την Κοινή Εκκλησιαστική Δήλωση, που όλα τα μέρη υπόγραψαν; Αυτή δεν περιέχει την αποκήρυξη κάθε Κυπριανίτικης θέσεως; Όπως θα δούμε, δεν την περιέχει… Ούτε και προκαλεί έκπληξη, καθώς γράφτηκε στην πραγματικότητα από Κυπριανίτη, τον Επίσκοπο Φώτιο της Τριαντίτσα (Βουλγαρία)… Αυτό που περιέχει, είναι μια άκρως ρητορική καταδίκη του Οικουμενισμού∙ μια πιο σοβαρή και χρήσιμη καταδίκη του Σεργιανισμού∙ και μια σημαντική αποδυνάμωση της Γνήσιας Ορθόδοξης θέσεως όσον αφορά την εγκυρότητα των θρησκευτικών μυστηρίων του «Ορθόδοξου Κόσμου».
Πριν εξετάσουμε αυτή τη Δήλωση, ας υπενθυμίσουμε στους εαυτούς μας τι είναι ο Κυπριανισμός κατ’ουσίαν. Ο Κυπριανισμός είναι μια κρυφή μορφή του Οικουμενισμού, μια απόπειρα, ανήκουστη στις γραφές των Ιερών Πατέρων, να χωριστεί η χάρη από την Ορθοδοξία, σαν να μπορούσε να υπάρξει η μία χωρίς την άλλη. Υποθέτει ότι είναι πιθανό να είναι κανείς «αιρετικός των αιρετικών» και «παν-αιρετικός των παν-αιρετικών» κι ωστόσο να παραμένει «ακαταδίκαστο» μέλος της Γνήσιας Εκκλησίας έχοντας τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο Κυπριανισμός έχει ήδη καταδικαστεί από αρκετές Ελληνικές και Ρώσικες Συνόδους. Αυτή η Δήλωση θα μπορούσε και θα έπρεπε να του είχε δώσει το τελικό θανατικό χτύπημα…
Το κομμάτι της Δήλωσης για τον Οικουμενισμό ξεκινάει έτσι: «Ο Οικουμενισμός, σαν θεολογική έννοια, σαν οργανωμένο κοινωνικό κίνημα και σαν θρησκευτική επιχείρηση, είναι και αποτελεί την μεγαλύτερη αίρεση όλων των εποχών και την πιο ευρεία παναίρεση∙ την αίρεση των αιρέσεων και την παναίρεση των παναιρέσεων∙ μια αμνηστία για όλες τις αιρέσεις, πραγματικά κι αληθινά μια παναίρεση». Μήνυμα ελήφθη! Με τέτοιο αναβρασμό, δεν μπορούμε να κατηγορούμε τους συμβαλλόμενους αυτής της ομολογίας ότι είναι ασαφείς ή χλιαροί σχετικά με τον οικουμενισμό!
Ούτε σχετικά με τον Σεργιανισμό – το κομμάτι γι’αυτό το θέμα είναι καλό και ιδιαίτερα καλοδεχούμενο όσον αφορά το γεγονός ότι οι Ελληνικές Σύνοδοι πολύ σπάνια αναφέρουν το θέμα. Στην πραγματικότητα διορθώνει ένα από τα λιγότερο γνωστά λάθη της Κυπριανίτικης Εκκλησιολογίας, την βεβαίωση ότι ο Σεργιανισμός «δεν υπάρχει πλέον». Γιατί στις 10/23 Μαΐου 2007, η Κυπριανίτικη Σύνοδος δήλωσε ότι «η ιστορική βάση και περίσταση για τη ρήξη ανάμεσα στους Ρώσους (1917-) απομακρύνθηκε και δεν υπάρχει πλέον. Είναι πολύ διαφορετικό από τη διαμάχη που διαίρεσε και συνεχίζει να διαιρεί – καθώς υπάρχει ακόμα και ενισχύεται, όντως, καθημερινά – τους Ορθόδοξους σε οικουμενιστές και αντιρρησίες (1920, 1924-).» (σημείο 9) Ίσως η διόρθωση της Κυπριανίτικης θέσεως εδώ οφείλεται στο γεγονός ότι η ομολογία γράφτηκε από ένα Βούλγαρο επίσκοπο που ξέρει από εμπειρία τι είναι ο κομμουνισμός και οι βλαβερές συνέπειές του στην εκκλησιαστική ζωή. Έτσι κι αλλιώς, αυτό το κομμάτι της ομολογίας θα είναι καλοδεχούμενο καθώς αποτελεί, μάλλον, το πιο χρήσιμο μέρος.
Αλλά έπειτα ερχόμαστε στο κομμάτι για την «Επιστροφή στη Γνήσια Ορθοδοξία». Τα πρώτα τέσσερα σημεία είναι εντάξει:
- Ωστόσο, η οικονομία οπωσδήποτε δεν μπορεί ποτέ και σε καμία περίπτωση να επιτρέπει τη συγχώρεση οποιασδήποτε αμαρτίας ή οποιοδήποτε συμβιβασμό όσον αφορά την «σωστή και εξοικονομητική ομολογία της Πίστεως», καθώς η οικονομία στοχεύει ξεκάθαρα και μόνο, με ένα πνεύμα στοργικής καλοσύνης, στο να διευκολύνει τη σωτηρία των ψυχών, για τις οποίες πέθανε ο Χριστός.
- Η εφαρμογή της οικονομίας στην υποδοχή αιρετικών και σχισματικών σε κοινωνία με την Εκκλησία σε καμία περίπτωση δεν δηλώνει ότι η Εκκλησία αναγνωρίζει την εγκυρότητα και την πραγματικότητα των μυστηρίων τους, τα οποία εορτάζονται έξω από τα κανονικά και χαρισματικά Της όρια.
- Η Ιερή Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνώρισε ποτέ, είτε από ακρίβεια είτε από οικονομία, μυστήρια που εκτελέστηκαν εντελώς έξω από Αυτήν και σε αποστασία, καθώς εκείνοι που εορτάζουν ή που λαμβάνουν μέρος σε αυτά τα μυστήρια παραμένουν στους κόλπους της αιρετικής ή σχισματικής τους κοινότητας.
- Μέσω της εφαρμογής της οικονομίας στην υποδοχή ατόμων ή ομάδων έξω από Αυτήν σε μεταμέλεια, η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται απλά τη μορφή του μυστηρίου των αιρετικών ή σχισματικών – υπό την προϋπόθεση, φυσικά, ότι αυτή έχει διατηρηθεί γνήσια – αλλά χαρίζει σ’αυτή τη μορφή ζωή μέσω της Χάρης του Αγίου Πνεύματος που υπάρχει σε Αυτήν μέσω των φορέων αυτής της πληρότητας, δηλαδή τους Ορθόδοξους Επισκόπους.»
Αυτό είναι καλό. Αλλά τώρα ερχόμαστε στο σημείο 6: «Ειδικότερα όσον αφορά τα Μυστήρια που εορτάζονται στις επονομαζόμενες επίσημες Ορθόδοξες Εκκλησίες, η Γνήσια Ορθόδοξη Εκκλησία, μέσα στα όρια της ποιμενικής της φροντίδας, δεν παρέχει διασφάλιση όσον αφορά την εγκυρότητά τους ή όσον αφορά τη σωτήρια αποτελεσματικότητά τους, ιδιαίτερα για εκείνους που κοινωνούν «εν γνώσει» [συνειδητά] με συγκρητιστικό οικουμενισμό και Σεργιανισμό, παρόλο που δεν επαναλαμβάνει σε καμία περίπτωση τη μορφή τους για εκείνους που μπαίνουν σε κοινωνία μαζί Της σε μετάνοια, έχοντας κατά νου τη σύγκλιση μιας Μείζονος Συνόδου της Γνήσιας Ορθοδοξίας, για να σφραγίσει ό,τι ήδη έχει συμβεί σε τοπικό επίπεδο.» [2]
Αυτό είναι αγνός Κυπριανισμός! Οι συμβαλλόμενοι λένε κατ’ουσίαν: «Αν και οι Ορθόδοξοι του Κόσμου είναι αιρετικοί, δεν γνωρίζουμε αν τα μυστήριά τους είναι έγκυρα ή όχι.» Αλλά αυτός ο αγνωστικισμός έρχεται σε αντίθεση με τον Αποστολικό Κανόνα 46, ο οποίος επιμένει ότι τα μυστήρια όλων των αιρετικών και σχισματικών οπωσδήποτε δεν είναι έγκυρα. Έρχεται σε αντίθεση, επίσης, με την ομολογία της πίστεως της Γνήσιας Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος το 1935, 1950, 1974 και 1991! Επιπλέον, το ανάθεμα της Ρωσικής Εκκλησίας Εξωτερικού αναθεματίζει συγκεκριμένα εκείνους που βεβαιώνουν ότι τα μυστήρια των αιρετικών και σχισματικών μπορεί να είναι έγκυρα. Το 1994, την εποχή της αποδοχής από τη Ρωσική Εκκλησία Εξωτερικού της Κυπριανίτικης Εκκλησιολογίας, ο Επίσκοπος Γρηγόριος (Grabbe) διαβεβαίωσε ότι είχε εμπέσει στο ίδιο της το ανάθεμα. Αυτό το παρόν σημείο, αν και πιο κεκαλυμμένο και καμουφλαρισμένο, όπως ήταν, από τα δυνατότερα σημεία που προηγούνται, έρχεται επικίνδυνα κοντά στην ίδια θέση.
Ο διάβολος, λοιπόν, είναι οπωσδήποτε σ’αυτή τη λεπτομέρεια. Επιπλέον, υπάρχουν κι άλλες αμφιλεγόμενες λεπτομέρειες. Το σημείο 6 φαίνεται να υποστηρίζει (αν και όχι πολύ καθαρά) ότι είτε τα μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας του Κόσμου είναι έγκυρα είτε όχι, εξαρτάται από το αν το άτομο που τα προσεγγίζει γνωρίζει για την αίρεση που ομολογεί η εκκλησία. Ωστόσο, αυτό συγχέει την αντικειμενική εγκυρότητα του μυστηρίου σε μια αιρετική εκκλησία με τον υποκειμενικό βαθμό ενοχής του κοινωνού σε εκείνη την εκκλησία. Ο Αποστολικός Κανόνας 46 δηλώνει αρκετά κατηγορηματικά ότι τα μυστήρια των αιρετικών είναι άκυρα και δεν κάνει περιορισμούς όσον αφορά την αξία ή τη γνώση του κοινωνού. Φυσικά, η ενοχή του κοινωνού σε μια αιρετική κοινωνία θα είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη βασιζόμενη σε πολλά πράγματα, συμπεριλαμβανομένης της γνώσης του για την αιρετικότητα εκείνης της εκκλησίας. Αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει την κρίση μας για το αν το μυστήριο το ίδιο είναι έγκυρο ή όχι. Αν, όπως οι Κυπριανίτες παραδέχονται, οι Κοσμικοί Ορθόδοξοι είναι αιρετικοί, τότε ipso facto τα μυστήρια τους είναι άκυρα κι όποιος το αρνείται αυτό υπόκειται στην ποινή που προβλέπεται απ’τον κανόνα.
Μια άλλη αμφιλεγόμενη λεπτομέρεια είναι η φράση: «έχοντας κατά νου τη σύγκλιση μιας Μείζονος Συνόδου της Γνήσιας Ορθοδοξίας, για να σφραγίσει ό,τι ήδη έχει συμβεί σε τοπικό επίπεδο». Αυτό που οι Κυπριανίτες – με τη συγκατάθεση των ΓΟΧ – προσπαθούν εδώ να επιβεβαιώσουν είναι το παλιό τους λάθος, την ιδέα ότι τα Συμβούλια που έχουν μέχρι τώρα καταδικάσει τον Οικουμενισμό και τον Σεργιανισμό ήταν μόνο Τοπικά Συμβούλια, τα οποία δεν είχαν την εξουσία να διώξουν αιρετικούς από την Εκκλησία. Μόνο ένα Παν-Ορθόδοξο ή Οικουμενικό Συμβούλιο, σύμφωνα με τους Κυπριανίτες, μπορεί να το κάνει αυτό. Και μέχρι τη σύγκλιση ενός τέτοιου «Μείζονος» Συμβουλίου για να «σφραγίσει» την απόφαση ενός Τοπικού Συμβουλίου, οι αιρετικοί παραμένουν «ακαταδίκαστοι»… [3]
Αυτή η ιδέα αναπτύχθηκε πρώτα από τον Μητροπολίτη Κυπριανό (το γηραιότερο) το 1984, στο περιβόητό του Εκκλησιολογικές Θέσεις. Ο άρρητος σκοπός αυτών των Θέσεων ήταν φανερά να υπονομεύσουν την εξουσία του αναθέματος της Ρωσικής Εκκλησίας Εξωτερικού ενάντια στον οικουμενισμό την προηγούμενη χρονιά. Με κάθε μέσο, ο Κυπριανός ήταν αποφασισμένος να επιδείξει ότι το ανάθεμα δεν έλεγε αυτό που ξεκάθαρα έλεγε: ότι όλοι οι οικουμενιστές των Κοσμικών Ορθοδόξων ήταν έξω από τη Γνήσια Εκκλησία και στερούμενοι της χάρης των μυστηρίων.
Γι’αυτό το σκοπό αυτός και άλλοι κινητοποίησαν μια ολόκληρη ποικιλία επιχειρημάτων. Ορισμένοι είπαν ότι το ανάθεμα δεν έδιωξε κανέναν από την Εκκλησία, αλλά ήταν μόνο μια «προειδοποίηση» στους Κοσμικούς Ορθόδοξους. Με άλλα λόγια, ήταν απλά «μία επίπληξη», τίποτα παραπάνω. Ξανά, ειπώθηκε ότι το ανάθεμα έδιωξε μόνο οικουμενιστές μέσα στη ROCOR. Με άλλα λόγια, μια γριά Ρωσίδα μέσα στη ROCOR μπορεί να είναι υπό αναθέματος, αλλά οι πατριάρχες της Κωνσταντινούπολης και της Μόσχας δεν ήταν! Ξανά, άλλοι είπαν ότι αφού η διατύπωση του αναθέματος δεν έγινε από τους ίδιους τους Ρώσους Επισκόπους, αλλά από κάποιους Αμερικάνους μοναχούς μέσα στη ROCOR, δεν μπορούσε να είναι έγκυρη. Ξανά, άλλοι είπαν ότι αφού κανείς αιρετικός δεν ονομάστηκε συγκεκριμένα στο ανάθεμα, δεν έπεφτε σε κανέναν…
Αλλά το λιγότερο παράλογο από τα επιχειρήματα ήταν αυτό, ότι η ROCOR ήταν Τοπική Εκκλησία κι έτσι οι αποφάσεις της δεν μπορούσαν να έχουν παγκόσμια ισχύ ή σημασία. Όντως, στα επόμενα γραφόμενά τους οι Κυπριανίτες προχώρησαν παρά πέρα και δήλωσαν ότι καμία σύγχρονη Σύνοδος δεν έχει την εξουσία να αναθεματίσει διώχνοντας αιρετικούς από την Εκκλησία. Έτσι έγραψαν το 2009 ότι «ένα τόσο μεγάλο δικαίωμα και «τίτλος» [αναθεματίσματος] «παρέχεται» μόνο στη χορωδία των Αποστόλων «και εκείνων που έχουν πραγματικά γίνει οι διάδοχοί τους με την αυστηρότερη έννοια, γεμάτοι Χάρη και δύναμη» (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος). Και συνεχίζουν: «Δεν μπορούμε να καταλάβουμε αυτή την βιαστική τάση στις μέρες μας να αναθεματίζουμε και να καταδικάζουμε, αφού μέχρι τέτοιοι διάδοχοι να υπάρξουν, καθένας που είναι Ορθόδοξος από κάθε άποψη αναθεματίζει κάθε αιρετικό ενδεχομένως, ακόμα κι αν δεν το κάνει λεκτικά (Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης)».
Ο παρών συγγραφέας έχει καταδικάσει αυτή τη θέση λεπτομερώς αλλού. [4] Αν δεν υπάρχει Σύνοδος στον κόσμο σήμερα που να έχει τη Χάρη και τη δύναμη να αναθεματίζει αιρετικούς, τότε η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία – Θεός φυλάξοι!- έχει χάσει τη δύναμή της να ενώνει και να χαλαρώνει! Τότε ακόμα κι αν ο Αντίχριστος εμφανιζόταν κι ανήγγειλε τον εαυτό του σαν Θεό σήμερα, η Εκκλησία στη γη δεν θα είχε τη δύναμη να τον αναθεματίσει – θα ήταν ένα «ασθενές» κι «ακαταδίκαστο» μέλος της Γνήσιας Εκκλησίας! Μακριά από τέτοια βλασφημία, τέτοια έκδηλη έλλειψη πίστεως στη δύναμη κι αξιοπρέπεια της Εκκλησίας, η οποία, δυνάμει της Καθολικότητάς της, υπάρχει σε κάθε Σύνοδο που πιστεύει στο σωστό, οποιοδήποτε κι αν είναι το μέγεθός της! Αν «καθένας που είναι Ορθόδοξος αναθεματίζει κάθε αιρετικό ενδεχομένως, ακόμα κι αν δεν το κάνει λεκτικά, τότε a fortiori οι ιεράρχες της Εκκλησίας έχουν τη δύναμη να αναθεματίζουν κάθε αιρετικό, όχι μόνο δυνητικά, αλλά πραγματικά, κι όχι μόνο μέσα απ’τα δόντια τους, αλλά λεκτικά κι απ’τις στέγες! Γιατί, όπως ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος είπε «σε κοσμικά θέματα είμαστε πράοι σαν αρνιά, αλλά σε θέματα πίστεως βρυχόμαστε σαν λιοντάρια!»
Επιστρέφοντας στην Εκκλησιολογική Δήλωση, βλέπουμε μια συνεχόμενη εναλλαγή δυνατών και αδύνατων σημείων.
10. Σαν γενικό κανόνα, μοναστικοί και λαϊκοί από αυτές τις Εκκλησίες, οι οποίοι έχουν οριστικά βαφτιστεί σύμφωνα με την Ορθόδοξη τελετουργία, γίνονται δεκτοί σε κοινωνία μέσω χρίσματος, με ειδικό κανόνα, σε συνδυασμό, ασφαλώς, με το Μυστήριο της Ιερής Εξομολόγησης, ενώοι κληρικοί υποβάλλουν γραπτή αίτηση και, εφόσον αυτή εγκριθεί, γίνονται δεκτοί σε κοινωνία, μέσω ενός ειδικού σύντομου Κανόνα της Χειροθεσίας, ειδικά κατηρτισμένου για τέτοιες περιπτώσεις».
Αυτό είναι βαρύ. Το να χρίσεις έναν λαϊκό σημαίνει να αναγνωρίσεις ότι η εκκλησία από την οποία προέρχεται είναι ψεύτικη και χωρίς χάρη. Ωστόσο:
11. Γίνεται κατανοητό ότι λόγω ιδιοσυγκρασιών σε διαφορετικά μέρη και διαφορετικές περιπτώσεις όσον αφορά την εφαρμογή ενός επιεικέστερου ή αυστηρότερου κανόνα, μια απόφαση πρέπει να παρθεί από τον τοπικό Επίσκοπο ή από αρμόδια Σύνοδο, σύμφωνα με τον Άγιο Κυπριανό της Καρχηδόνας: «Σε αυτό το θέμα δεν εξαναγκάζουμε ή επιβάλλουμε νόμο σε κανέναν, καθώς κάθε Ιεράρχης έχει ελευθερία θέλησης στη διοίκηση της Εκκλησίας και θα πρέπει να λογοδοτήσει για τις πράξεις του ενώπιον του Κυρίου» («Επιστολή στον Πάπα Στέφανο», στο Concilia ad regiam exacta, τόμος Ι [Lutetiæ Parisiorum: Impensis Societatis Typographicæ Librorum Ecclesiasticorum iussu Regis constitutæ, 1671] , στήλη 741)».
Αυτό είναι πολύ περισσότερο αδύναμο. Δεν είναι λάθος επειδή είναι πιο αδύναμο, γιατί είναι αλήθεια ότι ένας ιεράρχης μπορεί να χαλαρώσει τον κανόνα της υποδοχής, αν θέλει. Όπως λέει ο Άγιος Κυπριανός, είναι δικαίωμά του καθώς έχει «ελευθερία θέλησης στη διοίκηση της Εκκλησίας». Ωστόσο, η ειρωνεία είναι ότι, στις αποτυχημένες διαπραγματεύσεις για ένωση μεταξύ των GTOC και της Γνήσιας Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας υπό τον Αρχιεπίσκοπο Τίχων του Ομσκ και της Σιβηρίας, που έγινε το 2009-2011, το μείζον εμπόδιο ήταν ακριβώς η επιμονή των Ρώσων σ’αυτό το δικαίωμα, το οποίο οι Έλληνες τους αρνήθηκαν (τουλάχιστον, ίσως, μέχρι την τελική συμφωνία δήλωση για την οικονομία, που ο συγγραφέας δεν έχει δει δημοσιευμένη πουθενά). Γιατί, λοιπόν, είναι οι Γνήσιοι Ορθόδοξοι Έλληνες τόσο περισσότερο ευέλικτοι σ’αυτό το σημείο τώρα;
Μάλλον υπάρχουν δύο κύριοι λόγοι. Ο πρώτος είναι για να «αναμορφώσουν» την πρακτική όλων των ιεραρχών της νεο-σχηματισμένης ομάδας έτσι ώστε όλοι, ή τουλάχιστον η πλειοψηφία των αιρετικών που έρχονται στην Εκκλησία χρίζονται, είναι ένας άφταστος στόχος. Μάλλον μόνο οι Ρουμάνοι χρίζουν με συνέπεια τους νεοημερολογίτες που έρχονται σε αυτούς. Και οι Κυπριανίτες και οι Έλληνες Γνήσιοι Ορθόδοξοι απέχουν πολύ απ’το να είναι συνεπείς σε αυτή την πρακτική. Όσο για τους Ρώσους υπό τον Μητροπολίτη Αγαθάγγελο, όπως θα δούμε αργότερα, η πρακτική τους πάει πέρα από τα όρια της πιο χαλαρής επιτρεπτής οικονομίας…
Ο δεύτερος λόγος βρίσκεται στην προσωπικότητα και τις φιλοδοξίες που χτίζουν αυτοκρατορίες του Αρχιεπισκόπου Καλλίνικου, ο οποίος ξεκάθαρα σκέφτηκε ότι η ένωση με τους Κυπριανίτες και τους συμμάχους τους ήταν ένα κατά πολύ μεγαλύτερο και πιο «ζουμερό μεζέ» από τους συγκριτικά μικρούς και χτυπημένους απ’τη φτώχια RTOC. Αυτός ο ιεράρχης έχει τη φήμη ότι είναι εξαιρετικά αυστηρός σε ζητήματα πίστης. Αλλά η αλήθεια είναι ότι είναι «αυστηρός» σε σημείο που να εκδηλώσει αδικία όταν κάποιο άτομο ή κοινότητα δεν είναι χρήσιμη στα σχέδιά του, αλλά η αυστηρότητα εξαφανίζεται όταν θέλει να τραβήξει το άτομο ή την κοινότητα στα δίχτυα του. Αναμφίβολα ορισμένοι θα το δικαιολογούσαν αυτό με την αιτιολογία ότι ένας ιεράρχης πρέπει να ελίσσεται ανάμεσα στην αυστηρότητα και τη χαλαρότητα για να υπηρετήσει το καλό της Εκκλησίας σαν σύνολο. Αλλά «το καλό της Εκκλησίας» είναι ένα σλόγκαν που μπορεί να δικαιολογήσει κάθε ανομία στο στόμα ενός ασυνείδητου ανθρώπου: σε ζητήματα πίστης, όπως ο Άγιος Μάρκος της Εφέσου είπε, το πραγματικό καλό της Εκκλησίας ανήκει μόνο στη σταθερή αυστηρότητα και ακρίβεια…
Κι έτσι μπορεί να συμφωνούμε με τον Αδερφό Ρομάν Γιουζάκοβ, ο οποίος έγραψε στο Facebook για την Εκκλησιολογική Δήλωση: «Είναι ήδη φανερό ότι οι βασικές αρχές του Κυπριανισμού δεν θέτονται σε αμφισβήτηση. Η δριμύα αντι-οικουμενική ρητορική του εγγράφου δεν θα έπρεπε να μας παραπλανήσει: δεν αρνείται κανείς τη γεμάτη χάρη φύση των μυστηρίων της «Κοσμικής Ορθοδοξίας», όπως πριν∙απλά «δεν αναγνωρίζεται με σιγουριά… ειδικά σε σχέση με εκείνους τους ανθρώπους που συνειδητά είναι σε κοινωνία με συγκριτιστικό οικουμενισμό και σεργιανισμό». Είναι προφανές ότι αυτή η διατύπωση είναι αυτή η αόρατη διαφορά – αόρατη, δηλαδή, στο γυμνό μάτι – ανάμεσα στον «Κυπριανισμό» και την «Παλιοημερολογίτικη Βουλγαρική Ομολογία» που τώρα πρέπει να γίνει το επίσημο δόγμα αυτής της ένωσης…»[5]
Ας στραφούμε τώρα σε μια όψη της συμφωνίας του Μαρτίου 2014, η οποία έχει ιδιαίτερα σκανδαλίσει τους Ρώσους Ορθόδοξους Χριστιανούς: τη συμπερίληψη του «Μητροπολίτη» Αγαθαγγέλου στην καινούρια ομάδα. Είναι σε σχέση με τον Αγαθάγγελο που εκδηλώνεται πιο ξεκάθαρα ο καιροσκοπισμός του Καλλίνικου. Έχοντας απορρίψει την κοινωνία το 2009-11 με τον πιο κανονικό από τους Ρώσους Αρχι-ιεράρχες, τον Αρχιεπίσκοπο Τίχωνα, τώρα μπαίνει σε κοινωνία με τον χειρότερο από αυτούς, του οποίου οι κανονικές παραβιάσεις και η ψεύτικη εκκλησιολογία είναι διαβόητες!
Δεν είναι εδώ μέρος για μια λεπτομερή βιογραφία του Αγαθαγγέλου, αλλά είναι απαραίτητη κάποια αναφορά των πιο χτυπητών και επικίνδυνων λαθών του.
- Το 1996, λίγο αφότου έγινε επίσκοπος της ROCOR, έγραψε στο επίσημο περιοδικό της επισκοπής του στην Οδέσσα ότι οι Καθολικοί, οι Μονοφυσίτες και οι Παλαιόπιστοι, όλοι έχουν χάρη των μυστηρίων (Vestnik IPTs, 1996, N 2). Έτσι, εκείνη την εποχή τουλάχιστον, δεν ήταν απλά ένας Κυπριανίτης στην ομολογία του, αλλά οπωσδήποτε ένας οικουμενιστής αιρετικός. Και στη γνώση του παρόντος συγγραφέως, δεν έχει μετανοήσει για αυτή τη δήλωση.
- Το 2001 πήγε σαν αντιπρόσωπος της Ρώσικης Γνήσιας Ορθόδοξης Εκκλησίας υπό τον Αρχιεπίσκοπο Λάζαρο (τον προκάτοχο του Αρχιεπισκόπου Τύχωνα) στη Νέα Υόρκη, για να παρουσιάσει την άποψη των Γνήσιων Ορθοδόξων μέσα στη Ρωσία, στη Σύνοδο του Μητροπολίτη Λαύρο (Laurus). Ωστόσο, αντί να αντιπροσωπεύσει τη Γνήσια Ορθόδοξη Εκκλησία, ο Αγαθάγγελος γρήγορα άλλαξε πλευρά και ενώθηκε με τη Λαυρίτικη Σύνοδο. Κατά τη διάρκεια των επόμενων έξι χρόνων, ο Αγαθάγγελος πιστά υπέγραψε όλες τις αποφάσεις της Λαυρίτικης Συνόδου, συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων που αφορούσαν την ένωση με το Πατριαρχείο της Μόσχας.
- Στις 17 Μαίου 2007, όταν ο Μητροπολίτης Λαύρος υπέγραψε την ένωση ανάμεσα στη ROCOR και το Πατριαρχείο της Μόσχας, ο Αγαθάγγελος άλλαξε πάλι πλευρά – αρνήθηκε να πάρει μέρος στην ένωση. Μόνο που αυτή τη φορά, δεν ξαναενώθηκε τους Γνήσιους Ορθοδόξους μέσα στη Ρωσία, που ήταν προετοιμασμένοι να τον δεχτούν πίσω χωρίς όρους, παρότι τους είχε προηγουμένως προδώσει. Αντί γι’αυτό, σχημάτισε τη δική του παράταξη, ισχυριζόμενος ότι ήταν ο μόνος αληθινά Ορθόδοξος Ρώσος επίσκοπος που είχε απομείνει! Η συλλογιστική του ήταν πρωτότυπη: αν και ο Λαύρος και η Σύνοδός του είχαν σφάλλει με την ένωση με το Πατριαρχείο της Μόσχας, όλες του οι αποφάσεις μέχρι ακριβώς το σημείο που ενώθηκε με το Πατριαρχείο της Μόσχας (συμπεριλαμβανομένων απαγορεύσεων σε πολλούς Ρώσους κληρικούς που πίστευαν σωστά και, προφανώς, της ίδιας της απόφασης για ένωση με το Πατριαρχείο της Μόσχας!), ήταν σωστές, κι έτσι αυτός, ο Αγαθάγγελος, σαν ο μόνος Ρώσος επίσκοπος που ήταν πιστός στο Λαύρο μέχρι την τελευταία πιθανή στιγμή, ήταν ο μόνος γνήσιος Ρώσος επίσκοπος. Είναι σαν να είπε κάποιος: όλοι εκείνοι που αφήνουν ένα βυθιζόμενο πλοίο πριν το νερό ανεβεί στα φρύδια τους το έχουν αφήσει παράνομα και θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι έχουν πνιγεί!
- Ενώ καταδίκασε όλους τους Γνήσιους Ορθόδοξους επισκόπους ότι είναι άνευ χάριτος, ο Αγαθάγγελος αρνήθηκε να καταδικάσει το Πατριαρχείο της Μόσχας ότι είναι άνευ χάριτος. Σ’αυτό ακολούθησε, όπως πάντα, την Κυπριανίτικη εκκλησιολογία. Μόνο στην επιλογή του ποιον θα δεχτεί στην Εκκλησία του, παρουσιάστηκε πιο ακραίος και άνευ διακρίσεως από τους Κυπριανίτες – στους οποίους ήταν τώρα υποχρεωμένος επειδή τον είχαν βοηθήσει να ιδρύσει μια αντικανονική ιεραρχία.
- Παραδείγματος χάριν, το 2007 υποδέχτηκε υπό του ωμοφορίου του στο Κίεβο τον «πασίγνωστο Ουκρανό πολιτικό» Δ. Κορτσίνσκι και την υπέρ-εθνικιστική νεο-Ναζιστική αποκρυφο-απολυταρχική σέκτα ή αδελφότητά του. Ο Κορτσίνσκι είχε πολεμήσει στους πολέμους της Τσετσενίας στο πλευρό των Τσετσένων και είχε διδάξει τους οπαδούς του πολεμικές τέχνες, τις οποίες έπειτα τους ενθάρρυνε να τις εξασκήσουν σε ανθρώπους που διαφωνούσαν μαζί του. Τα Ουκρανικά μέσα ενημέρωσης αποκαλούσαν αυτή την αδελφότητα «την Ουκρανική Κλου-Κλουξ-Κλαν» και πολλά από τα μέλη της είχαν φυλακιστεί για πράξεις βίας. Ο Κορτσίνσκι έχει επίσης στενούς δεσμούς με τον αποκαλούμενο «Μεγάλο Ηγούμενο του Τάγματος των Ναϊτών της Ουκρανίας», τον Αλεξάντερ Γιαμπλόνσκι. Η σέκτα του Κορτσίνσκι παραλίγο να απαγορευτεί από τις αρχές∙ αλλά η αναγνώρισή του από τον Αγαθάγγελο, δίνοντας στη σέκτα του τη θέση οργάνωσης εκκλησίας, με εκκλησιαστικό κτίριο και ιερέα, τον προστάτευσε από τη δίωξη…
- Άλλο παράδειγμα. Το 2011 ο Αγαθάγγελος υποδέχτηκε τρεις ενορίες στο Ιζέβσκ, στην Ανατολική Ρωσία μαζί με τους ιερείς τους. Ωστόσο, έλαβαν μια πολύ ειδική άδεια: τους επιτράπηκε να παραμείνουν στο Πατριαρχείο της Μόσχας ενώ ήταν υπό το ωμοφόριο του Αγαθαγγέλου. Και τώρα αυτοαποκαλούνται «Πατριαρχείο της Μόσχας στη ROCOR!»
- Ένα τρίτο παράδειγμα. Ο Αγαθάγγελος και ο πρώην Πατριάρχης Ειρηναίος της Ιερουσαλήμ (ο οποίος απομακρύνθηκε απ’τη θέση του για αδικοπραγία) έχουν συμφωνήσει να μνημονεύσουν ο ένας τον άλλον στη Θεία Λειτουργία. Τι σημαίνει αυτό, αν όχι ότι ο Αγαθάγγελος είναι σε επίσημη κοινωνία με την Κοσμική Ορθοδοξία;
Και τώρα αυτός ο Αγαθάγγελος, αυτή η μάστιγα και ο όλεθρος της Ρωσικής Γνήσιας Ορθόδοξης Εκκλησίας, έχει γίνει δεκτός σε κοινωνία από τη Γνήσια Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος χωρίς, απ’όσο ξέρουμε, να απαιτηθεί να διορθώσει καμία από τις παραπάνω χτυπητές δογματικές και κανονικές παραβιάσεις. [6] Αυτή είναι πραγματικά προδοσία της Ρωσικής Εκκλησίας! Μια συνέπεια αυτής της ένωσης, ως εκ τούτου, θα είναι αναμφίβολα μια διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στην πλειοψηφία των Ρώσων και Σέρβων Γνήσιων Ορθοδόξων, απ’τη μία και τον Αγαθάγγελο και την πλειοψηφία των Βαλκάνιων και Δυτικών Γνήσιων Ορθοδόξων απ’την άλλη.
Ωστόσο, ενόψει του γεγονότος ότι ξεκινήσαμε αυτό το άρθρο αναρωτούμενοι αν ο Θεός θα μπορούσε να βγάλει κάτι καλό από αυτό το κακό, ας θεωρήσουμε, σαν επίλογο, μερικά πιθανά οφέλη.
Χωρίς αμφιβολία, ένα βραχυπρόθεσμο όφελος θα είναι ότι πολλοί θα ανακουφιστούν και θα χαρούν που η συνεχής διάσπαση της Γνήσιας Ορθοδοξίας σε ακόμα περισσότερες δικαιοδοσίες έχει σταματήσει και μερικώς αντιστραφεί. Επίσης καλοδεχούμενη είναι η πιθανή ενθάρρυνση που θα δώσει σε κάποιους Κοσμικούς Ορθοδόξους να ξανακοιτάξουν τη Γνήσια Ορθοδοξία και να σκεφτούν να ενωθούν μαζί της. Αλλά τέτοιο κέρδος θα είναι πραγματικό μόνο αν αυτή η ένωση δεν καταλήξει τελικά όπως η ψεύτικη ένωση του 1994 – και γεννήσει ακόμα περισσότερες διαιρέσεις σαν αποτέλεσμα…
Ένα άλλο πιθανό όφελος είναι ότι εκείνες οι παρατάξεις οι οποίες, εξαιτίας της συνεχούς απόρριψής τους από τον Κυπριανισμό, δεν είναι μέρος αυτής της ένωσης, – εδώ σκεφτόμαστε συγκεκριμένα τις Ρώσικες παρατάξεις των RTOC και ROAC και κάποια μέρη των ROCA (V), – θα αισθανθούν την πνευματική τους συγγένεια πιο δυνατά και θα ξεκινήσουν συζητήσεις για ένωση μεταξύ τους – μια ένωση που θεμελιώνεται στο βράχο του Χριστού και όχι, σαν την Καλλινικίτικη ένωση, στην κινούμενη άμμο της πολιτικής φιλοδοξίας και του υπολογισμού.
Αλλά καθώς τα σαθρά θεμέλια της Καλλινικίτικης ένωσης γίνονται όλο και πιο καθαρά σε όλο και περισσότερους ανθρώπους, μπορούμε να ελπίζουμε για άλλο ένα, μακρυπρόθεσμο όφελος: την απομάκρυνση και αντικατάσταση του οδηγού και ηγέτη της. Ο Αρχιεπίσκοπος Καλλίνικος ήταν πάντα ένας αντιφατικός ιεράρχης, με πολλούς άγριους κριτικούς και μέσα και έξω απ’την Ελλάδα. Ήρθε στην επισκοπή (ειρωνικά, μαζί με τον Κυπριανό του Ωρωπού) με ένα κατάφωρα άτιμο και αντικανονικό εκκλησιαστικό πραξικόπημα, το 1979. Αμφισβήτηση περικλείει, επίσης, τον τρόπο με τον οποίο απέκτησε το μοναστήρι των Αρχαγγέλων στην Κόρινθο, που είχε ως αποτέλεσμα την εξορία του ιδρυτή και γέροντά του, Μητροπολίτη Καλλίστου. Μαλώνοντας συχνά με τον πρωθ-ιεράρχη του, Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο (Κιούση), ήταν ένας εξαιρετικά τεμπέλης και διαιρετικός έξαρχος της Δυτικής Ευρώπης και Σερβίας, ένας Έλληνας εθνικιστής που έγραψε περιβόητα κάποτε ότι «οι Σλάβοι δεν ήταν ποτέ καλοί Ορθόδοξοι». Περιφρονώντας κάθε κανονικό νόμο, αποκαλέστηκε από έναν από τους ανώτερους ιεράρχες του «locum tenens του Σερβικού πατριαρχικού θρόνου», και ποδοπάτησε τις ποιμενικές ανάγκες και τα κανονικά δικαιώματα του Σερβικού ποίμνιού του σε τέτοιο βαθμό, που οι περισσότεροι ζήτησαν καταφύγιο αλλού. Όταν ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για την ένωση με την RTOC, μια ένωση που ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος πίστευε αλλά δεν έκανε, – έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να αποτύχει – και τελικά τα κατάφερε… [7]
Όλα αυτά χωρίς αμφιβολία θα συγχωρεθούν και θα ξεχαστούν από πολλούς στην ευφορία των σημερινών εορτασμών ένωσης, καθώς το όνειρο του Καλλίνικου να ανακτήσει «τα χαμένα εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας», όπως το έθεσε κάποτε σε ένα κήρυγμα, αποκαθιστώντας την Ελληνική εκκλησιαστική κυριαρχία στα Βαλκάνια, φαίνεται να πλησιάζει στην εκπλήρωσή του. Ωστόσο, «η περηφάνια προηγείται της πτώσης» και αυτοκρατορίες που αποκτήθηκαν με παράνομα μέσα μπορούν να ξηλωθούν πολύ γρήγορα… Μια μέρα – ποιος ξέρει; – μπορεί να κοιτάξει πίσω στη μέρα του μεγαλύτερου θριάμβου του, την Κυριακή του Τιμίου Σταυρού, 2014 και να θυμηθεί με μεταμέλεια τα λόγια του Κυρίου στο Ευαγγέλιο εκείνης της μέρας: «τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» (Κατά Μάρκον 8.36)
12/25 Μαρτίου, 2014.
Τρίτη της εβδομάδας του Τιμίου Σταυρού
Άγιος Γρηγορίου του Διάλογου, Πάπα Ρώμης
______________________________________________________________
[1] Δες “The Cessation of Informal Dialogue”.
[2] Για εκείνους που διαβάζουν ελληνικά παρέχουμε το αυθεντικό Ελληνικό κείμενο για μεγαλύτερη αποσαφήνιση: “Εἰδικώτερον περὶ τῶν Μυστηρίων τῶν τελουμένων εἰς τὰς λεγομένας ἐπισήμους ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, δὲν διαβεβαιοῖ περὶ τοῦ κύρους αὐτῶν, οὔτε καὶ περὶ τῆς σωτηριολογικῆς ἀποτελεσματικότητος τούτων, ἰδίως εἰς ὅσους κοινωνοῦν «ἐν γνώσει» μετὰ τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὡς καὶ τοῦ Σεργιανισμοῦ, ἔστω καὶ ἂν Αὕτη δὲν ἐπαναλαμβάνῃ ὁπωσδήποτε τὸν τύπον αὐτῶν εἰς τοὺς ἐν μετανοίᾳ εἰσερχομένους εἰς κοινωνίαν μετ’ Αὐτῆς, ἐν ὄψει μάλιστα τῆς συγκλήσεως μιᾶς Μεγάλης Συνόδου τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας, εἰς ἐπισφράγισιν τῶν ἤδη γενομένων εἰς τοπικὸν ἐπίπεδον..”
[3] Ο παρών συγγραφέας έχει αναλύσει και αντικρούσει αυτή τη θέση λεπτομερώς εδώ.
[6] Όπως ο Αδερφός Ρόμαν Γιουζάκοβ γράφει στο Facebook: “Μας φαίνεται ότι ο Μητροπολίτης Αγαθάγγελος το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα αποκηρύξει τις αποφάσεις του Συμβουλίου της ROCOR του 1994 για την ταυτότητα της ιδεολογίας της ROCOR και τη θεολογία του Κυπριανισμού, ότι δεν θα διακόψει την κοινωνία με τον Πατριάρχη Ειρηναίο κι ότι όλα θα παραμείνουν ακριβώς όπως ήταν».
[7] Τώρα, ωστόσο, ενόψει της ψεύτικης ένωσης που δημιούργησε ο Καλλίνικος, οι Ρώσοι μάλλον θα ευχαριστήσουν το Θεό που η δική τους ένωση με αυτόν δεν συνέβη…